Σύμφωνα με το άρθρο 16 του νομοσχεδίου του Υπουργείου Εργασίας για τα ασφαλιστικά-εργασιακά που κατατέθηκε στη Βουλή ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι:
«Αχρεωστήτως καταβληθείσες εισφορές στον ΕΦΚΑ συμψηφίζονται με πάσης φύσεως καθυστερούμενες οφειλές ρυθμισμένες ή μη, των δικαιούχων προς τον ΕΦΚΑ και τους τρίτους φορείς, για τους οποίους ο ΕΦΚΑ συνεισπράττει εισφορές. Αν δεν υπάρχουν οφειλές ή αν ύστερα από τον συμψηφισμό προκύπτει υπόλοιπο ποσό, αυτό επιστρέφεται άτοκα στους δικαιούχους ως εξής: (…)
β) Στις περιπτώσεις ελευθέρων επαγγελματιών και αυτοπασχολούμενων η επιστροφή γίνεται μετά την ετήσια εκκαθάριση των οφειλόμενων ασφαλιστικών εισφορών, σύμφωνα με τις 61501/3398/30.12.2016(Β’ 4330) και 61502.3399/30.12.2016(Β’ 4330) υπουργικές αποφάσεις. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν, με αίτησή τους, να ζητήσουν το υπερβάλλον ποσό να παραμείνει στον ΕΦΚΑ ως πιστωτικό υπόλοιπο, συμψηφιζόμενο με τις επόμενες εισφορές».
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της Ολομέλειας, πρόκειται για μείζον θέμα στην περίπτωση των δικηγόρων καθ’ όσον ήταν μέχρι τώρα αδιευκρίνιστο τι θα συμβεί με τα τυχόν επιπλέον ποσά που έχουν καταβληθεί στον ΕΦΚΑ μέσω της παρακράτησης του 20% επί των γραμματίων προείσπραξης στην περίπτωση που υπερβαίνουν την οφειλόμενη εισφορά.
Το ζήτημα επιλύεται νομοθετικά στην ορθή κατεύθυνση της επιστροφής των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών ή του συμψηφισμού με μελλοντικές εισφορές (κατ’ επιλογή του ασφαλισμένου).
Υπενθυμίζεται ότι κατά το προγενέστερο καθεστώς το ποσοστό 9% επί των γραμματίων προείσπραξης (υπέρ των ασφαλιστικών ταμείων) δεν συμψηφιζόταν με την οφειλόμενη ασφαλιστική εισφορά.