Σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΚ, η ζημία την οποία υπέστησαν το 2012 οι ιδιώτες κάτοχοι ελληνικών χρεογράφων στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης του χρέους του Ελληνικού Δημοσίου δεν μπορεί να καταλογιστεί στην ΕΚΤ, αλλά είναι απόρροια των οικονομικών κινδύνων που είναι εγγενείς στις δραστηριότητες του χρηματοπιστωτικού κλάδου.
Κατά τους ενάγοντες, η ΕΚΤ υπέπεσε σε πλείονες παράνομες ενέργειες, οι οποίες στοιχειοθετούν ευθύνη της Ένωσης. Σύμφωνα με ανακοινωθέντα τύπου που εξέδωσε και δημόσιες δηλώσεις των διαδοχικών προέδρων της (J.-C. Trichet και M. Draghi), η ΕΚΤ είχε επανειλημμένως αντιταχθεί στην αναδιάρθρωση του ελληνικού δημοσίου χρέους και στην επιλεκτική χρεοκοπία της Ελλάδας. Επιπλέον, με τη συμφωνία ανταλλαγής της 15ης Φεβρουαρίου 2012, η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες εξαιρέθηκαν από το PSI και, συνεπώς, από την επιβληθείσα δια των CAC μείωση της ονομαστικής αξίας. Ομοίως, η απόφαση της 5ης Μαρτίου 2012 προέβλεπε πρόγραμμα εξαγοράς ελληνικών χρεογράφων μόνο για τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, παρά το γεγονός ότι τα χρεόγραφα αυτά δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις περί πιστοληπτικής διαβαθμίσεως. Επομένως,κατά τους ενάγοντες, η ΕΚΤ, υπό το πρόσχημα των καθηκόντων της στο πλαίσιο της νομισματικήςπολιτικής, επιφύλαξε για την ίδια την ιδιότητα του «προνομιούχου» πιστωτή σε βάρος του ιδιωτικού τομέα. Συγκεκριμένα, εάν η ΕΚΤ και οι εθνικές κεντρικές τράπεζες δεν είχαν την ιδιότητα του προνομιούχου πιστωτή και εάν το πρόγραμμα εξαγοράς δεν ίσχυε αποκλειστικά για τις εθνικές κεντρικές τράπεζες, η αξία των χρεογράφων των ιδιωτών πιστωτών δεν θα μειωνόταν σε τέτοιοβαθμό.
Με τη σημερινή απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι οι ιδιώτες πιστωτές δεν μπορούν να επικαλεστούν την αρχή της προστασίας της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ή την αρχή της ασφάλειας δικαίου σε κλάδο όπως αυτός της νομισματικής πολιτικής, το αντικείμενο τηςοποίας μεταβάλλεται διαρκώς σε συνάρτηση με την οικονομική κατάσταση. Κατά το Γενικό Δικαστήριο, οι ιδιώτες πιστωτές τεκμαίρεται ότι γνωρίζουν την ιδιαίτερα ασταθή οικονομικήκατάσταση που επηρεάζει τη διακύμανση της αξίας των ελληνικών χρεογράφων. Επομένως, δενμπορούσαν να αποκλείσουν τον κίνδυνο αναδιαρθρώσεως του ελληνικού δημοσίου χρέους,δεδομένων των διαφορετικών απόψεων που επικρατούσαν εντός του Ευρωσυστήματος και τωνλοιπών εμπλεκομένων θεσμών (Επιτροπή, ΔΝΤ και ΕΚΤ).