Το Ανώτατο Δικαστήριο της πολιτείας του Νέου Μεξικού απεφάνθη υπέρ της προστασίας του δικαιώματος των μη αγγλόφωνων, αμερικανών πολιτών, να υπηρετούν ως ένορκοι.
Το δικαστήριο διατύπωσε την κρίση αυτή, στα πλαίσια εξέτασης υπόθεσης φόνου, κατά την πρωτοβάθμια εκδίκαση της οποίας, δικαστής είχε εξαιρέσει ισπανόφωνο πολίτη από το σώμα των ενόρκων. Σύμφωνα με τα σχετικά δημοσιεύματα, ο διερμηνέας, ο οποίος ήταν προγραμματισμένο να παρευρίσκεται στην αίθουσα παρέστη από λάθος σε άλλη δίκη, με αποτέλεσμα, όταν ο ισπανόφωνος ένορκος ρωτήθηκε από το δικαστή αν είχε καταλάβει τα πραγματικά περιστατικά, αυτός να εκφράσει αμφιβολίες, ως προς την κατανόηση λεπτομερειών της υπόθεσης. Η ένσταση του συνηγόρου υπεράσπισης, ότι ο πολίτης καταλάβαινε επαρκώς την αγγλική γλώσσα, ώστε να μπορεί να συνεισφέρει τη γνώμη του κατά τη λήψη απόφασης των ενόρκων, απορρίφθηκε και ο ισπανόφωνος ένορκος εξαιρέθηκε από τη διαδικασία.
Το Ανώτατο Δικαστήριο υπογράμμισε τη συνταγματική πρόβλεψη περί προστασίας των μη αγγλόφωνων πολιτών του Νέου Μεξικού να υπηρετούν ως ένορκοι και έκρινε, ότι η αδυναμία του δικαστηρίου να παρέχει στους ισπανόφωνους ενόρκους διερμηνέα, συνιστά παραβίαση του πολιτειακού συντάγματος. Να σημειωθεί ωστόσο, ότι σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η εν λόγω παράβαση, δε συνιστά θεμελιώδες σφάλμα, που να δικαιολογεί επανεξέταση της ουσίας της σχετικής υπόθεσης φόνου.