Το υπουργείο Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών ζήτησε από το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο της βόρειας Καλιφόρνια να απορρίψει τη μήνυση κατά της εταιρείας αεροναυπηγικής Jeppesen Dataplan με την αιτιολογία ότι η υπόθεση μπορεί να φέρει στη δημοσιότητα «ευαίσθητες πληροφορίες» για το πρόγραμμα των «μυστικών» πτήσεων κρατουμένων της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA).
Μήνυση κατά της αμερικανικής εταιρείας Jeppesen Dataplan, θυγατρική της Μπόινγκ, άσκησαν πέντε άτομα (Μνινιάμ Μουχάμαντ, Αμπού Ελκασίμ Μπριτέλ, Αχμέντ Αγκίζα, Μπισέρ αλ Ραουί και Μοχάμεντ Φαράγκ) για το ρόλο που έχει διαδραματίσει στο πρόγραμμα μεταφοράς υπόπτων για τρομοκρατία σε «μυστικές φυλακές» εκτός αμερικανικού εδάφους.
«Εάν επιτραπεί η συνέχιση της εκδίκασης της υπόθεσης θα υπάρξει κίνδυνος αποκάλυψης εμπιστευτικών πληροφοριών που αφορούν τις δραστηριότητες, τις πηγές και τις μεθόδους της CIA»,ανέφερε ο σχετικός φάκελος του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης.
Η Αμερικανική Ένωση για την προάσπιση των Πολιτικών Ελευθεριών (ACLU) κατήγγειλε τον Μάιο ότι η εταιρεία Jepessen Dataplan προσέφερε επιμελητειακή και άλλη υποστήριξη σε τουλάχιστον 15 από τις συνολικά 70 «μυστικές» πτήσεις της CIA.
Συγκεκριμένα οι ενάγοντες καταγγέλλουν ότι η «εταιρεία έδωσε ψευδή στοιχεία πτήσεων στις ευρωπαϊκές αρχές εναέριας κυκλοφορίας για να αποφύγει περαιτέρω έρευνα για τις πτήσεις της CIA».
Οι ενάγοντες υποστηρίζουν ότι μεταφέρθηκαν αεροπορικώς με πτήσεις της CIA σε φυλακές του εξωτερικού, όπου ανακρίθηκαν και βασανίστηκαν.
Η αγωγή έχει κατατεθεί από την ACLU εκ μέρους των εναγόντων. Αρχικώς η ACLU εκπροσωπούσε τρεις από τους πέντε ενάγοντες. Ο Μνινιάμ Μουχάμαντ κρατείται επί του παρόντος στο κέντρο κράτησης του Γουντάναμο στην Κούβα, ο Ελκασίμ Μπριτέλ σε φυλακές στο Μαρόκο και ο Αγκίζα σε φυλακές της Αιγύπτου. Οι άλλοι δύο ενάγοντες προστέθηκαν τον Αύγουστο.