Η υποστελέχωση των Δικαστικών Υπηρεσιών είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής που έχουν ακολουθήσει διαχρονικά όλες οι κυβερνήσεις.
Ο Σύλλογος Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας τα τελευταία χρόνια έχει επανειλημμένα ενημερώσει, τόσο προφορικά όσο και εγγράφως, όλους τους αρμόδιους, για το τεράστιο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι Δικαστικές Υπηρεσίες της Αθήνας από την έλλειψη προσωπικού. Είχαμε επισημάνει ότι εντός του 2021 ο αριθμός των υπαλλήλων που θα αποχωρήσει, λόγω συνταξιοδότησης, θα είναι πολύ μεγάλος και θα οδηγηθούμε σε αδιέξοδο, αν το πρόβλημα δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα.
Στο Πρωτοδικείο της Αθήνας, το μεγαλύτερο δικαστήριο της χώρας, η κατάσταση έχει ξεπεράσει κάθε όριο και οι κενές θέσεις, που στις αρχές του 2021 ήταν στο 43% των οργανικών, αναμένεται στο τέλος της χρονιάς να φτάσει το 50%.
Αυτό έχει ως συνέπεια να δημιουργούνται καθημερινά προβλήματα σε όλα τα τμήματα, αφού λειτουργούν με αρκετά μικρότερο αριθμό υπαλλήλων από αυτόν που προβλέπεται.
Η Διοίκηση του Πρωτοδικείου αγνοώντας το γεγονός ότι ο κάθε υπάλληλος εργάζεται σχεδόν για δύο, επιλέγει να μεταφέρει το πρόβλημα και από το ένα τμήμα στο άλλο.
Πρόσφατα κλήθηκαν οι υπάλληλοι που υπηρετούν στην ανάκριση να «ανεβαίνουν» παράλληλα και σε έδρες του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου. Το γεγονός αυτό, εκτός του ότι προσθέτει επιπλέον φόρτο εργασίας στους υπηρετούντες υπαλλήλους, ανοίγει έναν επικίνδυνο δρόμο αφού σκεπάζει το πραγματικό πρόβλημα και δημιουργεί μια πλασματική εικόνα.
Λύση μπορεί να δοθεί μόνο με την κάλυψη των κενών οργανικών θέσεων και όχι με την περαιτέρω εντατικοποίηση της εργασίας μας.
Δηλώνουμε ότι δεν θα επιτρέψουμε να συνεχιστεί αυτή η πρακτική. Δεν μπορούμε να δεχτούμε την συνεχή εντατικοποίηση της εργασίας μας και την απασχόληση των Δικαστικών Υπαλλήλων σε δύο διαφορετικά τμήματα.
Το ΔΣ του ΣΔΥΑ αποφάσισε, ομόφωνα, ότι ο κάθε συνάδελφος πρέπει να προσφέρει την εργασία του στο Τμήμα που έχει τοποθετηθεί και μόνο σε αυτό.
Η Διοίκηση του Πρωτοδικείου οφείλει να στηρίξει τις δίκαιες διεκδικήσεις μας για την κάλυψη όλων των κενών οργανικών θέσεων και όχι να προσπαθεί να «κρύψει» το πρόβλημα με αυτές τις πρακτικές.