Οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών (ΕΜΑ) ενέκριναν σήμερα τη θέση του Συμβουλίου (διαπραγματευτική εντολή) σχετικά με μία από τις προτάσεις της Επιτροπής για την απλούστευση των κανόνων της ΕΕ και, ως εκ τούτου, την τόνωση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ. Η πρόταση αυτή αποσκοπεί στην αύξηση της επενδυτικής ικανότητας της ΕΕ για την κινητοποίηση περίπου 50 δισ. ευρώ σε πρόσθετες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για τη στήριξη ορισμένων πολιτικών της ΕΕ, ιδίως σε σχέση με την Πυξίδα Ανταγωνιστικότητας, τη συμφωνία για καθαρή βιομηχανία, την αμυντική βιομηχανική πολιτική και τη στρατιωτική κινητικότητα. Οι προτεινόμενες αλλαγές επιδιώκουν επίσης να διευκολύνουν τα κράτη μέλη να συνεισφέρουν στο πρόγραμμα InvestEU και να απλουστεύσουν τις διοικητικές απαιτήσεις.
Η πρόταση αποτελεί μέρος των δεσμών Omnibus που ενέκρινε η Επιτροπή στα τέλη Φεβρουαρίου του 2025 για την απλούστευση της νομοθεσίας που ισχύει στον τομέα της βιωσιμότητας και των επενδύσεων της ΕΕ. Η εν λόγω πρόταση τροποποιεί τον κανονισμό InvestEU για να συμβάλει στην κινητοποίηση επενδύσεων ύψους περίπου 50 δισ. ευρώ, αυξάνοντας το μέγεθος της εγγύησης της ΕΕ και διευκολύνοντας τη συνδυασμένη χρήση της εγγύησης InvestEU με την υφιστάμενη ικανότητα που είναι διαθέσιμη στο πλαίσιο τριών παλαιών προγραμμάτων: του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων (ΕΤΣΕ), του χρεωστικού μέσου του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» (ΜΣΕ) και της λεγόμενης «χρεωστικής διευκόλυνσης InnovFin», μιας πρωτοβουλίας που δρομολογήθηκε από τον Όμιλο ΕΤΕπ για τη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας. Επιπλέον, η πρόταση ενισχύει την ελκυστικότητα της συνιστώσας κράτους μέλους του InvestEU και μειώνει τον διοικητικό φόρτο που προκαλείται από τις απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων, ιδίως για τις ΜΜΕ.
Επόμενα βήματα
Μετά τη σημερινή έγκριση της διαπραγματευτικής εντολής του Συμβουλίου από την ΕΜΑ, η Προεδρία μπορεί να αρχίσει διοργανικές διαπραγματεύσεις (τριμερείς διαλόγους) με σκοπό την επίτευξη προσωρινής συμφωνίας με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την πρόταση.
Ιστορικό
Τον Οκτώβριο του 2024 το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο κάλεσε όλα τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, τα κράτη μέλη και τους ενδιαφερόμενους φορείς να προωθήσουν κατά προτεραιότητα τις εργασίες, ιδίως όσον αφορά την αντιμετώπιση των προκλήσεων που προσδιορίζονται στην έκθεση του Enrico Letta («Πολύ περισσότερο από μια απλή αγορά») και σε εκείνη του Mario Draghi («Το μέλλον της ευρωπαϊκής ανταγωνιστικότητας»). Η δήλωση της Βουδαπέστης, της 8ης Νοεμβρίου 2024, απηύθυνε συνακολούθως έκκληση για «δρομολόγηση επανάστασης για την απλούστευση», μέσω της διασφάλισης σαφούς, απλού και έξυπνου ρυθμιστικού πλαισίου για τις επιχειρήσεις, και της δραστικής μείωσης του διοικητικού και του κανονιστικού φόρτου, καθώς και των επιβαρύνσεων υποβολής εκθέσεων, ιδίως για τις ΜΜΕ. Στις 26 Φεβρουαρίου 2025, σε συνέχεια της έκκλησης των ηγετών και των ηγέτιδων της ΕΕ, η Επιτροπή υπέβαλε την προαναφερόμενη πρόταση ως μία από τις δύο δέσμες Omnibus, με στόχο την απλούστευση της νομοθεσίας που ισχύει στον τομέα των επενδυτικών προγραμμάτων της ΕΕ. Στις 20 Μαρτίου 2025 οι ηγέτες και οι ηγέτιδες της ΕΕ παρότρυναν τους συννομοθέτες να προωθήσουν κατά προτεραιότητα και με υψηλό επίπεδο φιλοδοξίας τις δύο πρώτες δέσμες Omnibus, με σκοπό την οριστικοποίησή τους το συντομότερο δυνατόν εντός του 2025.
Η πρόταση αποσκοπεί στη βελτίωση του προγράμματος InvestEU με την αύξηση της εγγύησης της ΕΕ κατά 2,5 δισ. ευρώ (από 26,2 δισ. ευρώ σε 28,6 δισ. ευρώ) και με την ενίσχυση του συνδυασμού της στήριξης που είναι διαθέσιμη από τον προϋπολογισμό της ΕΕ με το πρόγραμμα InvestEU και τα τρία παλαιά προγράμματά του: το ΕΤΣΕ, το χρεωστικό μέσο του μηχανισμού «Συνδέοντας την Ευρώπη» (ΜΣΕ) και τη λεγόμενη «χρεωστική διευκόλυνση InnovFin», μια πρωτοβουλία που δρομολογήθηκε από τον Όμιλο ΕΤΕπ για τη στήριξη της έρευνας και της καινοτομίας. Καθένα από τα δύο μέτρα αναμένεται να κινητοποιήσει πρόσθετες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις ύψους 25 δισ. ευρώ.
Επιπλέον, η πρόταση αποσκοπεί στην ενίσχυση της ελκυστικότητας της συνιστώσας κράτους μέλους του InvestEU, η οποία επικεντρώνεται σε συγκεκριμένες εθνικές προτεραιότητες. Η πρόταση αποσκοπεί επίσης στη μείωση του διοικητικού φόρτου των εταίρων υλοποίησης, των χρηματοοικονομικών διαμεσολαβητών και των τελικών αποδεκτών, με εκτιμώμενη εξοικονόμηση κόστους ύψους 350 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα, η πρόταση αναθεωρεί τον ορισμό των ΜΜΕ και μειώνει τον αριθμό των δεικτών για τους οποίους οι εταίροι υλοποίησης θα πρέπει να υποβάλλουν εκθέσεις για πράξεις μικρού μεγέθους που δεν υπερβαίνουν τα 100.000 ευρώ. Μειώνει επίσης τη συχνότητα των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων των εταίρων υλοποίησης, από εξαμηνιαία σε ετήσια.