Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή απέστειλε χθες στην Ελλάδα αιτιολογημένη γνώμη- που είναι το δεύτερο στάδιο της διαδικασίας προσφυγής στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο- για παραβίαση της κοινοτικής νομοθεσίας σχετικά με την εκτύπωση και την έκδοση σχολικών εγχειριδίων.
Η Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο Οργανισμός Έκδοσης Διδακτικών Βιβλίων συνεργάζεται με 80-90 περίπου επιχειρήσεις, με έδρα την περιοχή της Αττικής, στις οποίες αναθέτει κάθε χρόνο την έκδοση και την εκτύπωση των σχολικών εγχειριδίων, χωρίς να προκηρύσσει διαγωνισμό, με μόνο κριτήριο το προσωπικό, τον εξοπλισμό και την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων.
Από την πλευρά τους οι ελληνικές αρχές υποστηρίζουν ότι υπάρχουν χρονικοί περιορισμοί, καθώς τα βιβλία πρέπει να είναι έτοιμα για την έναρξη κάθε σχολικού έτους. Σύμφωνα όμως με την Επιτροπή, παρά το γεγονός ότι η σχετική οδηγία 92/50 για τις δημόσιες συμβάσεις υπηρεσιών (άρθρο 11 παράγραφος (3) (δ)) επιτρέπει τη σύναψη δημοσίων συμβάσεων μέσα από την άμεση διαπραγμάτευση με τους προμηθευτές χωρίς να προηγηθεί δημοσίευση σχετικής προκήρυξης σε δικαιολογημένες περιπτώσεις επιτακτικά επείγουσας ανάγκης, το εκτελεστικό όργανο της Κοινότητας δεν θεωρεί ότι συντρέχουν οι συνθήκες αυτές στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Η Επιτροπή θεωρεί όμως ότι οι λόγοι που επικαλέσθηκαν οι ελληνικές αρχές για να δικαιολογήσουν την επιτακτικά επείγουσα ανάγκη, δεν οφείλονται σε γεγονότα που είναι απρόβλεπτα για τις συμβαλλόμενες αρχές ή σε γεγονότα τα οποία δεν βρίσκονται υπό τον έλεγχό τους, όπως θα απαιτούσε η οδηγία ώστε να θεωρηθεί ότι οι περιστάσεις είναι επιτακτικά επείγουσες. Εξάλλου, συνεχίζει η Επιτροπή, το σχολικό έτος αρχίζει κάθε χρόνο, την ημερομηνία που καθορίζουν οι ίδιες οι ελληνικές αρχές. Για το λόγο αυτό, η συμβαλλόμενη αρχή γνωρίζει εκ των προτέρων τον κατά προσέγγιση αριθμό των βιβλίων που πρέπει να εκδοθούν και να εκτυπώνονται κάθε χρόνο, καθώς και την αναμενόμενη ημερομηνία παράδοσής τους