“Πραγματοποιήθηκε χθες Τρίτη 4/3/2020 η προγραμματισμένη συνάντηση του Υπουργού Δικαιοσύνης με το Προεδρείο του Δ.Σ. της Ο.Δ.Υ.Ε., στην οποία συνάντηση συμμετείχαν και οι εκπρόσωποι του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Αθήνας (Πρόεδρος και Γραμματέας), μετά από κοινή πρόσκληση που απηύθυνε ο ίδιος ο Υπουργός, ύστερα από επανειλημμένα αιτήματα της ΟΔΥΕ.
Κατά την συνάντηση θέσαμε με σαφήνεια προς τον κ. Υπουργό τα αιτήματά μας, όπως αυτά προσδιορίζονται και από την αναγγελία της έναρξης των κινητοποιήσεών μας, τα οποία άλλωστε του έχουμε γνωστοποιήσει εδώ και 7 μήνες (από την ανάληψη των καθηκόντων του), ενώ είχε δοθεί η ευκαιρία να του τα υπενθυμίσουμε και κατά την συνάντηση που έγινε τέλη Νοέμβρη του 2019, αμέσως μετά την Πανελλήνια Συνδιάσκεψη των Προέδρων των Δ.Σ. των Πρωτοβάθμιων Συλλόγων, όπου μάλιστα παρόντων και των εκπροσώπων όλων των Πρωτοβάθμιων Συλλόγων ο κ. Υπουργός αναγνώρισε και μάλιστα χειροκροτούμενος από πολλούς εκ των παρισταμένων Προέδρων, το δίκαιο των αιτημάτων μας και «δεσμεύτηκε» ενώπιον ενός πολυπληθούς ακροατηρίου συναδέλφων-Προέδρων Συλλόγων από όλη την Ελλάδα, ότι «θα κάνει τα πάντα» για να «αναβαθμίσει τον Κλάδο μας».
Στη χθεσινή συνάντηση, ειδικότερα επικεντρώσαμε στα αιτήματά μας, που αποτελούν τα κορυφαία στις διεκδικήσεις μας και είναι η μεγάλη αναγκαιότητα διορισμών και το επίδομα ειδικών συνθηκών. Έτσι:
Για τους διορισμούς: Αναλύσαμε με επιχειρήματα την υφιστάμενη κατάσταση, ως προς το ανθρώπινο δυναμικό, όπου πολλές δικαστικές υπηρεσίες λειτουργούν κυριολεκτικά «στο κόκκινο», από τις τραγικές ελλείψεις προσωπικού. Έτσι, δεδομένου ότι οι διαγωνισμοί του 2017 δεν ολοκληρώνονται ή προχωρούν με πολύ αργούς ρυθμούς οι διαδικασίες τους, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι κατά το έτος που διανύουμε αναμένεται ένα μεγάλο κύμα συνταξιοδότησης στο δημόσιο, υπαλλήλων που είχαν διορισθεί την δεκαετία του 1980 (και στα Δικαστήρια υπάρχουν πολλές τέτοιες περιπτώσεις), η κατάσταση κατά το προσεχές χρονικό διάστημα, τείνει να οδηγηθεί εκτός ελέγχου. Σε πολλές δικαστικές υπηρεσίες η λειτουργία είναι οριακή, ενώ στο σύνολο των Δικαστικών Υπηρεσιών τα μεγάλα κενά σε Επιμελητές Δικαστηρίων Υ.Ε. (ξεπερνούν το 50% των οργανικών θέσεων), δημιουργούν τεράστια προβλήματα, τα οποία θα διαιωνίζονται εάν δεν προχωρήσει το Υπουργείο σε διαδικασία πρόσληψης Δικαστικών Επιμελητών.
Επίσης επισημάναμε την μεγάλη καθυστέρηση από πλευράς Υπουργείου στην υλοποίηση του Ψηφιακού Οργανογράμματος, όπως είχαν δοθεί οδηγίες από το Υπουργείο Εσωτερικών με το με Α.Π.ΔΙΔΔΑ/οικ.36239/22-10-2019 ΕΠΕΙΓΟΝ έγγραφό του, το οποίο εστάλη από το Υπουργείο Δικαιοσύνης προς τις Δικαστικές Υπηρεσίες 4 μήνες αργότερα (βλέπε το με αρ.πρωτ.9191 οικ./24-2-2020 έγγραφο του Υπουργείου Δικαιοσύνης). Η καθυστέρηση δε αυτή στέρησε από το Υπουργείο Δικαιοσύνης τη δυνατότητα έγκρισης αιτήματος προσλήψεων για το 2020.
Για το επίδομα ειδικών συνθηκών: Επισημάναμε για μια ακόμη φορά, τις ιδιαίτερες, δύσκολες και ανθυγιεινές συνθήκες που καθημερινά βιώνουμε στο χώρο των Δικαστηρίων. Αυτές τις συνθήκες η πολιτεία, από το 2011 και μετά αρνείται να τις αναγνωρίσει, παρά το γεγονός ότι όλοι οι υπουργοί που βρέθηκαν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης από το 2011 ως σήμερα παραδέχονταν τις συνθήκες αυτές και μάλιστα ο σημερινός υπουργός από μόνος του τις έχει επισημάνει σε όλες τις συναντήσεις που είχαμε από την ανάληψη των καθηκόντων του. Καταστήσαμε σαφές προς τον κ. Υπουργό, ότι διεκδικούμε την αναγνώριση του ρόλου που μας αναλογεί στην απονομή της Δικαιοσύνης, τονίζοντάς του ότι σε αντίθεση με άλλους εργασιακούς χώρους του δημοσίου, στα Δικαστήρια δεν έχουμε την μισθολογική ανταπόδοση του δύσκολου έργου που επιτελούμε, αφού ακόμα και το αυτονόητο, δηλαδή η πληρωμή της πραγματικής υπερωριακής απασχόλησης των Δικαστικών Υπαλλήλων, δεν γίνεται, αφού στην καλύτερη περίπτωση ένα μέρος μόνον των Δικαστικών Υπαλλήλων, λαμβάνει υπερωρίες που αντιστοιχούν σε μόλις 20-30 ώρες το έτος, ενώ την ίδια στιγμή η πλειονότητα των υπηρεσιών του δημοσίου λαμβάνει σταθερή υπερωριακή αποζημίωση 20 ωρών ανά μήνα. Έτσι, με τα δεδομένα αυτά, προσδιορίσαμε με σαφήνεια προς τον κ.Υπουργό ότι η επαναθεσμοθέτηση του «επιδόματος ειδικών συνθηκών» σε ένα ποσό της τάξης των 100€ μηνιαίως(μεικτά), θα αποτελούσε μια έμπρακτη αναγνώριση του ρόλου και του έργου μας και στη δεδομένη χρονική στιγμή θα ήταν μια οικονομική ανάσα για το σύνολο των συναδέλφων και τις οικογένειές τους.
Προφανώς και αναφέραμε και τα υπόλοιπα ζητήματα των διεκδικήσεών μας με ιδιαίτερη μνεία στην μεγάλη σημασία που έχει να προχωρήσει η διαδικασία της ηχογράφησης και αποηχογράφησης και στα Ποινικά Δικαστήρια και στην θεσμοθέτηση της εισαγωγικής και διαρκούς επιμόρφωσης των Δικαστικών Υπαλλήλων.
Οι απαντήσεις του κ. Υπουργού στο σύνολο των αιτημάτων μας και ιδιαίτερα στα δύο βαρύνουσας σημασίας αιτήματα, που αναλύσαμε παραπάνω(διορισμοί και επίδομα ειδικών συνθηκών), δεν υπήρξαν σαφείς ως προς τους τρόπους εξεύρεσης λύσεων, αφού μας επισήμανε ότι είναι αντίθετη με τις Κυβερνητικές πολιτικές η θεσμοθέτηση κλαδικών επιδομάτων και μας γνώρισε ότι είναι σε διαδικασία αναζήτησης λύσεων οικονομικής αναβάθμισης του κλάδου μέσα από άλλες διαδικασίες, παρά το γεγονός ότι τα αναγνώρισε πλήρως. Δεδομένα θεωρούμε, ότι προχωρά η σχετική υπουργική απόφαση συγκρότησης Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής για τον Κώδικα, αφού πρόκειται να εκδοθεί η σχετική υπουργική απόφαση, ενώ απ΄ότι φαίνεται λύνεται και το θέμα του «Ειδικού Λογαριασμού Αλληλεγγύης» του Ταμείου Αρωγής, (παρ΄ότι υπάρχει γενικότερα πρόβλημα με τα ταμεία αλληλοβοήθειας από τους θεσμούς) και έχουμε την αισιοδοξία ότι θα προχωρήσει και το θέμα της επιμόρφωσης, με τον σχεδιασμό που δρομολογείται από τους παράγοντες του Υπουργείου σε συνεργασία με το Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης. Επίσης αναμένουμε την επίσημη θέση του Υπουργείου Δικαιοσύνης σχετικά με το μέλλον των Πταισματοδικείων και τυχόν συγχωνεύσεις Ειρηνοδικείων.”
Η συνάντηση με τον Υπουργό, δεν πρόσθεσε κάτι χειροπιαστό ως απάντηση στα αιτήματά μας. Είδαμε διάθεση για αναζήτηση λύσεων, αλλά δεν υπήρξε από μέρους του καμία δέσμευση. Αυτό σημαίνει ότι ο αγώνας μας δεν αναστέλλεται. Είμαστε σε διαρκή εγρήγορση, περιμένομε απαντήσεις και πρωτοβουλίες για όσα του θέσαμε, ακόμα και γι΄ αυτά που ίσως να θεωρείται δεδομένο ότι προχωρούν (Κώδικας, επιμόρφωση, λογαριασμός Αλληλεγγύης), αν δεν δούμε έμπρακτα λύσεις-αποφάσεις, δεν μπορούμε να πειστούμε για τίποτα.
Όμως ο αγώνας μας, μετά και από την 4η εβδομάδα των δίωρων διακοπών, βρίσκεται σε μία οριακή καμπή και θα πρέπει μέσα από ανοικτές, συμμετοχικές διαδικασίες των Πρωτοβάθμιων Συλλόγων να δρομολογήσουμε τη συνέχεια.
Στην κατεύθυνση αυτή, καλούμε όλους τους Πρωτοβάθμιους Συλλόγους, από αύριο Παρασκευή 6/3/2020 και μέχρι την ερχόμενη Τετάρτη 11/3/2020, να συγκαλέσουν Έκτακτες Γενικές Συνελεύσεις, μέσα από τις οποίες εκτιμώντας και τα μέχρι σήμερα δεδομένα, δηλαδή τα αποτελέσματα της συνάντησης με τον Υπουργό, αλλά και τη σοβαρότητα των αιτημάτων μας, να αποφασίσουν την περαιτέρω μορφή των κινητοποιήσεών μας, έτσι ώστε σε συνεδρίαση του Δ.Σ. της Ο.Δ.Υ.Ε. που προσδιορίζεται για τα τέλη της ερχόμενης εβδομάδας, να αποφασιστεί η παραπέρα πορεία του αγώνα μας.
Στη βάση δε της κλιμάκωσης των κινητοποιήσεων, καλούμε τους συναδέλφους να συμμετάσχουν μαζικά στην 3ωρη στάση εργασίας που έχει ήδη αποφασιστεί από το ΔΣ της ΟΔΥΕ και θα οργανωθεί (σε χρόνο που θα γνωστοποιηθεί έγκαιρα), μαζί με τους Πρωτοβάθμιους Συλλόγους της Αττικής με συγκέντρωση διαμαρτυρίας στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, όπου θα απαιτηθούν συγκεκριμένες απαντήσεις από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης, σε σχέση με τα δίκαια αιτήματά μας.”