ΣτΕ Β΄ 7μ. 200/2024
Πρόεδρος: Μιχ. Πικραμένος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Β. Μόσχου, Σύμβουλος της Επικρατείας
Επιβολή φόρου εισοδήματος σύμφωνα με το ν. 4172/2013 στην καταβαλλόμενη από την Ευρωπαϊκή Ένωση σύνταξη αρχαιότητας στους (πρώην) Ευρωβουλευτές.
Η σύνταξη αρχαιότητας στους (πρώην) Ευρωβουλευτές συνιστά “αμοιβή” που καταβάλλεται λόγω της ειδικής νομικής σχέσης με την Ε.Ε. και της συμβολής τους στην εκπλήρωση των σκοπών της προς όφελος των κρατών μελών και των πολιτών, τους οποίους εκπροσωπούν. Η υπαγωγή από το φορολογικό έτος 2022 της σύνταξης αρχαιότητας των (πρώην) Ευρωβουλευτών σε φορολογία εισοδήματος, δυνάμει του άρθρου 92 του ν. 5036/2023, κατ’ ενάσκηση της ευχέρειας που παρέχει στο νομοθέτη κράτους μέλους η απόφαση 2005/689/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, δεν παραβιάζει τον Κανονισμό 549/69 του Συμβουλίου δεδομένου ότι οι Ευρωβουλευτές δεν υπάγονται στην ειδική απαλλακτική διάταξη του άρθρου 13 (νυν 12) του 7ου Πρωτοκόλλου της Σ.Λ.Ε.Ε. “περί προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης”, την οποία εξειδικεύει ο Κανονισμός αυτός. Ενόψει της φορολόγησης της σύνταξης αρχαιότητας των (πρώην) Ευρωβουλευτών από την ΕΕ, σύμφωνα με τον Κανονισμό 260/68 του Συμβουλίου, υπέρ αυτής, η καταρχήν περαιτέρω φορολόγηση της σύνταξης από το κράτος μέλος δεν συνιστά διπλή φορολόγηση που αντίκειται στο άρθρο 12 παρ. 3 της απόφασης 2005/689/ΕΚ του Κοινοβουλίου, ενόψει της εφαρμογής του θεσπιζόμενου στο άρθρο 9 του Κ.Φ.Ε. και της απόφασης Α.1042/30.3.2023 του Διοικητή της Α.Α.Δ.Ε. μηχανισμού της πίστωσης φόρου αλλοδαπής. Η φορολόγηση της σύνταξης αρχαιότητας των (πρώην) Ευρωβουλευτών, σύμφωνα με τις καθολικής ισχύος διατάξεις των άρθρων 12 παρ. 4 και 15 του Κ.Φ.Ε., με τις οποίες καθιερώνεται προοδευτικό σύστημα φορολόγησης του εισοδήματος από μισθωτή εργασία και συντάξεις με διαφοροποιημένους συντελεστές, ανάλογα με το ύψος του συνολικού εισοδήματος, δεν αντίκειται στις συνταγματικές αρχές της φορολογικής ισότητας και της αναλογικότητας ούτε θίγει την, σύμφωνα με το άρθρο 9 της απόφασης 2005/689/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανεξαρτησία του Ευρωβουλευτή, κατά την άσκηση της εντολής του, η οποία διασφαλίζεται επαρκώς με το καθιερούμενο, στα άρθρα 12 και 14 της απόφασης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στα άρθρα 49-50 της απόφασης του Προεδρείου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Μαΐου και 9ης Ιουλίου 2008 (C 159/2009), σύστημα συνταξιοδότησης των Ευρωβουλευτών σε συνδυασμό με τις, σύμφωνα με το άρθρο 9 της απόφασης 2005/689/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καταβαλλόμενες στους Ευρωβουλευτές αποζημίωση και μεταβατική αποζημίωση. Το άρθρο 12 παρ. 4 της απόφασης 2005/689/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υποχρεώνει το κράτος μέλος να φορολογεί αυτοτελώς τη σύνταξη (και την αποζημίωση) του Ευρωβουλευτή. Ενόψει του ότι η σχέση που συνδέει τον Ευρωβουλευτή με την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι σχέση εξαρτημένης εργασίας, η σύνταξή του δεν απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος δυνάμει της στενώς ερμηνευτέας διάταξης του άρθρου 14 παρ. 2 περ. α’ του Κ.Φ.Ε..