Η Επιτροπή χαιρετίζει την πολιτική συμφωνία («γενική προσέγγιση») που επιτεύχθηκε σήμερα από τους υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ σχετικά με νέους κανόνες φορολογικής διαφάνειας για όλους τους παρόχους υπηρεσιών οι οποίοι διευκολύνουν τις συναλλαγές κρυπτοστοιχείων για πελάτες που κατοικούν στην ΕΕ. Βάσει πρότασης της Επιτροπής, οι νέοι κανόνες συμπληρώνουν τον κανονισμό για τις αγορές κρυπτοστοιχείων (MiCA) και τον κανονισμό για τις μεταφορές κεφαλαίων (TFR), και συνάδουν πλήρως με την πρωτοβουλία του ΟΟΣΑ για το πλαίσιο αναφοράς όσον αφορά τα κρυπτοστοιχεία.
Η δίκαιη και αποτελεσματική φορολόγηση είναι καίριας σημασίας όσον αφορά την εξασφάλιση εσόδων για τις δημόσιες επενδύσεις και υπηρεσίες, ενώ παράλληλα δημιουργεί ένα επιχειρηματικό περιβάλλον στο οποίο μπορεί να ευδοκιμήσει η καινοτομία. Ωστόσο, οι φορολογικές αρχές δεν διαθέτουν επί του παρόντος τις απαραίτητες πληροφορίες για την παρακολούθηση των εσόδων που προέρχονται από τη χρήση κρυπτοστοιχείων, τα οποία αποτελούν εύκολα αντικείμενο διασυνοριακής διαπραγμάτευσης. Αυτό περιορίζει σημαντικά την ικανότητά τους να διασφαλίζουν ότι οι φόροι καταβάλλονται πράγματι, γεγονός που σημαίνει ότι οι ευρωπαίοι πολίτες χάνουν σημαντικά φορολογικά έσοδα.
Η οδηγία θα βελτιώσει την ικανότητα των κρατών μελών να εντοπίζουν και να καταπολεμούν τη φορολογική απάτη, τη φοροδιαφυγή και τη φοροαποφυγή, απαιτώντας από όλους τους παρόχους κρυπτοστοιχείων που εδρεύουν στην ΕΕ —ανεξάρτητα από το μέγεθός τους— να αναφέρουν τις συναλλαγές πελατών που διαμένουν στην ΕΕ. Επιπλέον, το πεδίο εφαρμογής της επικαιροποιημένης οδηγίας επεκτάθηκε ώστε να συμπεριλάβει τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων όσον αφορά το ηλεκτρονικό χρήμα και τα ψηφιακά νομίσματα κεντρικών τραπεζών, καθώς και την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τις εκ των προτέρων διασυνοριακές αποφάσεις που χρησιμοποιούν φυσικά πρόσωπα.
Οι νέες απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων σχετικά με τα κρυπτοστοιχεία, το ηλεκτρονικό χρήμα και τα ψηφιακά νομίσματα των κεντρικών τραπεζών θα τεθούν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2026. Η τελική έγκριση των νέων κανόνων θα είναι δυνατή όταν θα είναι διαθέσιμη η συμβουλευτική γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.