spot_img
spot_img
ΑρχικήLaw NewsΦορολογία EE I Συμφωνία στο Συμβούλιο επί νέων κανόνων για τις διαδικασίες...

Φορολογία EE I Συμφωνία στο Συμβούλιο επί νέων κανόνων για τις διαδικασίες παρακράτησης φόρου

spot_img
spot_img
spot_img
spot_img

Το Συμβούλιο κατέληξε την Τρίτη [14/5] σε συμφωνία (γενική προσέγγιση) όσον αφορά τη θέσπιση ασφαλέστερων και ταχύτερων διαδικασιών για την ελάφρυνση της διπλής φορολόγησης, οι οποίες θα βοηθήσουν στην τόνωση των διασυνοριακών επενδύσεων και την καταπολέμηση καταχρηστικών φορολογικών πρακτικών.

Η λεγόμενη πρωτοβουλία FASTER έχει ως στόχο να καταστήσει τις διαδικασίες παρακράτησης φόρου στην ΕΕ ασφαλέστερες και αποδοτικότερες για τους διασυνοριακούς επενδυτές, τις εθνικές φορολογικές αρχές και τους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, όπως τράπεζες και επενδυτικές πλατφόρμες.

Διπλή φορολόγηση

Σήμερα, στο πεδίο των διασυνοριακών επενδύσεων, πολλά κράτη μέλη επιβάλλουν φόρους στα μερίσματα (από μερίδια και μετοχές) και στους τόκους (επί ομολόγων) που καταβάλλονται σε επενδυτές που ζουν στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα, οι επενδυτές αυτοί οφείλουν να καταβάλλουν φόρο εισοδήματος στη χώρα κατοικίας τους για το ίδιο εισόδημα.

Μολονότι υπάρχουν συμβάσεις μεταξύ κρατών μελών που στοχεύουν στην επίλυση του ζητήματος της διπλής φορολόγησης, στην πραγματικότητα οι διαδικασίες για τη διεκδίκηση ελάφρυνσης της παρακράτησης φόρου διαφέρουν σημαντικά από χώρα σε χώρα, με αποτέλεσμα οι διαδικασίες ελάφρυνσης ή επιστροφής να είναι χρονοβόρες, δαπανηρές και επαχθείς. Οι διαδικασίες αυτές αφήνουν επίσης περιθώριο για τη διάπραξη φορολογικής απάτης μεγάλης κλίμακας.

Η πρωτοβουλία για την παρακράτηση φόρου θα καταστήσει τις διαδικασίες φορολογικής ελάφρυνσης ταχύτερες, απλούστερες και, ταυτόχρονα, ασφαλέστερες.

Κοινό πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας

Η οδηγία θα θεσπίσει κοινό ενωσιακό ψηφιακό πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας (eTRC), το οποίο θα μπορούν να χρησιμοποιούν οι φορολογούμενοι επενδυτές για να επωφελούνται από τις ταχείες διαδικασίες για την ελάφρυνση της παρακράτησης φόρου.

Τα κράτη μέλη θα προσφέρουν αυτοματοποιημένη διαδικασία για την έκδοση ψηφιακών πιστοποιητικών φορολογικής κατοικίας (eTRC) σε φυσικά πρόσωπα ή οντότητες που θεωρείται ότι έχουν φορολογική κατοικία στην περιοχή δικαιοδοσίας τους.

Ταχείες διαδικασίες

Η οδηγία επιτρέπει στα κράτη μέλη να διαθέτουν δύο ταχείες διαδικασίες που θα συμπληρώνουν την υφιστάμενη διαδικασία συνήθους επιστροφής για την παρακράτηση φόρου. Οι διαδικασίες ελάφρυνσης και επιστροφής θα γίνουν έτσι ταχύτερες και θα εναρμονιστούν περισσότερο σε ολόκληρη την ΕΕ.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να χρησιμοποιούν ένα ή και τα δύο από τα ακόλουθα συστήματα:

  • μια διαδικασία «ελάφρυνσης στην πηγή», όπου ο κατάλληλος φορολογικός συντελεστής εφαρμόζεται κατά τη χρονική στιγμή της καταβολής των μερισμάτων ή των τόκων
  • ένα σύστημα «ταχείας επιστροφής», όπου η επιστροφή του ποσού της υπερβάλλουσας παρακράτησης φόρου γίνεται εντός καθορισμένης προθεσμίας

Το Συμβούλιο συμφώνησε ότι τα κράτη μέλη πρέπει να εφαρμόζουν τις ταχείες διαδικασίες εάν παρέχουν ελάφρυνση της υπερβάλλουσας παρακράτησης φόρου επί μερισμάτων από μετοχές που αποτελούν αντικείμενο δημόσιας διαπραγμάτευσης.

Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να διατηρούν τις υφιστάμενες διαδικασίες τους και να μην εφαρμόζουν το κεφάλαιο III της οδηγίας:

  • εάν παρέχουν ένα ολοκληρωμένο σύστημα ελάφρυνσης στην πηγή, το οποίο εφαρμόζεται στην υπερβάλλουσα παρακράτηση φόρου επί μερισμάτων από μετοχές που αποτελούν αντικείμενο δημόσιας διαπραγμάτευσης και εκδίδονται από κάτοικο της περιοχής δικαιοδοσίας τους, και ο οικείος δείκτης κεφαλαιοποίησης αγοράς είναι μικρότερος από ένα όριο 1,5 % (όπως αναφέρεται από την ESMA). Ωστόσο, σε περίπτωση υπέρβασης του δείκτη αυτού επί τέσσερα συναπτά έτη, καθίστανται αμετάκλητα εφαρμοστέοι όλοι οι κανόνες που προβλέπονται στην οδηγία. Στις περιπτώσεις αυτές, τα κράτη μέλη θα έχουν στη διάθεσή τους πέντε έτη για να μεταφέρουν τους κανόνες της οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο. Τα κριτήρια αυτά λαμβάνουν υπόψη το μέγεθος των χρηματοπιστωτικών αγορών των κρατών μελών, αναγνωρίζοντας παράλληλα ότι ορισμένα κράτη μέλη διατηρούν εθνικά συστήματα κατάλληλα για τις τρέχουσες συνθήκες στις αγορές τους.
  • εάν παρέχουν ελάφρυνση της υπερβάλλουσας παρακράτησης φόρου επί τόκων που καταβάλλονται για ομόλογα τα οποία αποτελούν αντικείμενο δημόσιας διαπραγμάτευσης

Το Συμβούλιο εισήγαγε επίσης στο κείμενο πρόσθετες περιστάσεις υπό τις οποίες τα κράτη μέλη μπορούν να αποκλείουν από τις ταχείες διαδικασίες, εν όλω ή εν μέρει, αιτήσεις για ελάφρυνση της υπερβάλλουσας παρακράτησης φόρου, προκειμένου να διενεργούν περαιτέρω ελέγχους με σκοπό την πρόληψη της απάτης.

Το Συμβούλιο προσέθεσε στο κείμενο διατάξεις σχετικά με τις έμμεσες επενδύσεις για περιπτώσεις όπου ο επενδυτής δεν επενδύει άμεσα σε τίτλους αλλά μέσω οργανισμού συλλογικών επενδύσεων.

Οι διατάξεις αυτές εξασφαλίζουν την πρόσβαση των νόμιμων επενδυτών, όπως ορισμένων οργανισμών συλλογικών επενδύσεων ή των επενδυτών τους, στις ταχείες διαδικασίες.

Σύμφωνα με τους νέους κανόνες, οι πιστοποιημένοι ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που ζητούν ελάφρυνση για λογαριασμό εγγεγραμμένου κατόχου θα πρέπει να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας όσον αφορά την επιλεξιμότητα του εγγεγραμμένου κατόχου για φορολογική ελάφρυνση.

Υποβολή στοιχείων σε τυποποιημένη μορφή από τους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς

Η οδηγία θα θεσπίσει υποχρέωση υποβολής στοιχείων σε τυποποιημένη μορφή από τους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς (π.χ. τράπεζες και επενδυτικές πλατφόρμες). Αυτό θα διευκολύνει τις εθνικές φορολογικές αρχές να εντοπίζουν πιθανά κρούσματα φορολογικής απάτης ή καταχρηστικές φορολογικές πρακτικές.

Τα κράτη μέλη θα δημιουργήσουν εθνικά μητρώα στα οποία θα πρέπει να εγγράφονται οι μεγάλοι (και προαιρετικά οι μικρότεροι) ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, προκειμένου να λαμβάνουν πιστοποίηση. Για να απλουστευθεί αυτή η διαδικασία εγγραφής, το Συμβούλιο συμφώνησε να δημιουργήσει μια ευρωπαϊκή πύλη πιστοποιημένων ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

Η πύλη αυτή θα λειτουργεί ως ειδικός κεντρικός ιστότοπος μέσω του οποίου θα είναι προσβάσιμα τα εθνικά μητρώα.

Τα κράτη μέλη θα διατηρήσουν την αναγκαία διακριτική ευχέρεια για την εγγραφή και την αφαίρεση πιστοποιημένων ενδιάμεσων χρηματοπιστωτικών οργανισμών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις και για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με αυτούς.

Μετά την εγγραφή τους, οι ενδιάμεσοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θα πρέπει να υποβάλλουν τις απαραίτητες πληροφορίες στις αρμόδιες φορολογικές αρχές, ώστε να είναι δυνατός ο εντοπισμός των συναλλαγών.

Τα κράτη μέλη θα έχουν τη δυνατότητα να ζητούν την υποβολή αναλυτικότερων στοιχείων σχετικά με τις συναλλαγές, με σκοπό τον εντοπισμό πιθανών καταχρηστικών φορολογικών πρακτικών ή κρουσμάτων φορολογικής απάτης.

Πέρα από την άμεση υποβολή στοιχείων, το Συμβούλιο προσέθεσε και τη δυνατότητα έμμεσης υποβολής τους. Στην περίπτωση της άμεσης υποβολής στοιχείων, ο πιστοποιημένος ενδιάμεσος χρηματοπιστωτικός οργανισμός πρέπει να υποβάλλει στοιχεία απευθείας στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους πηγής. Στην περίπτωση της έμμεσης υποβολής στοιχείων, οι πληροφορίες πρέπει να παρέχονται από καθέναν από τους πιστοποιημένους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κατά μήκος της αλυσίδας πληρωμών τίτλων.

Το Συμβούλιο συμφώνησε ότι τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιβάλλουν κυρώσεις σε περιπτώσεις μη τήρησης των υποχρεώσεων που απορρέουν από την οδηγία αυτή.

Ιστορικό και επόμενα βήματα

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε πρόταση για την οδηγία FASTER στις 19 Ιουνίου 2023.

Η πρόταση αυτή υπόκειται σε ειδική νομοθετική διαδικασία, όπου το Συμβούλιο είναι ο μόνος νομοθέτης. Στους κόλπους του Συμβουλίου απαιτείται ομοφωνία. Πραγματοποιήθηκε διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο εξέδωσε τη γνώμη του στις 28 Φεβρουαρίου 2024. Ωστόσο, λόγω των αλλαγών που επέφερε το Συμβούλιο στην οδηγία κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, θα υπάρξει νέα διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με το κείμενο που συμφωνήθηκε.

Το συμφωνηθέν κείμενο θα ελεγχθεί από τους γλωσσομαθείς νομικούς και στη συνέχεια η οδηγία θα πρέπει να εκδοθεί επίσημα από το Συμβούλιο προτού δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ και τεθεί σε ισχύ.

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μεταφέρουν την οδηγία στο εθνικό τους δίκαιο έως τις 31 Δεκεμβρίου 2028, αλλά οι εθνικοί κανόνες θα πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2030.

spot_img

Lawjobs