ΣτΕ Ολ 545/2022 και 546/2022
Πρόεδρος: Ε. Σάρπ
Εισηγητής: Α. Καλογεροπούλου, Σύμβουλος
Η θέσπιση συστήματος υπολογισμού επικουρικών συντάξεων για αποχωρούντες μετά την 1.1.2015 (ν. 4670/2020) και η μη επέκτασή του σε “παλαιούς συνταξιούχους” της ΔΕΗ (αποχωρήσαντες πριν την 1.1.2015) δεν αντίκειται στο Σύνταγμα
Με τις αποφάσεις 545, 546/2022 απορρίφθηκαν αιτήσεις συνταξιούχων της Δ.Ε.Η. και της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Συνταξιούχων Δ.Ε.Η., με τις οποίες ζητήθηκε η ακύρωση υπουργικών αποφάσεων που εκδόθηκαν με βάση τις διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 4670/2020 σχετικά με τις παροχές του κλάδου επικουρικής ασφάλισης Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π.. Με τις αιτήσεις ακυρώσεως οι ως άνω συνταξιούχοι, πρώην ασφαλισμένοι της Δ.Ε.Η., που συνταξιοδοτήθηκαν πριν από την 1.1.2015 και λαμβάνουν επικουρική σύνταξη από το Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π. (ενταχθέν ήδη στον e-Ε.Φ.Κ.Α.), προέβαλαν ότι θίγονται από την ανωτέρω αντισυνταγματική, κατ’ αυτούς, διάταξη, διότι λαμβάνουν μικρότερο ποσό επικουρικής συντάξεως σε σχέση με τους συναδέλφους τους που εξήλθαν απ’ την ενεργό υπηρεσία μετά την 1.1.2015, ζήτησαν δε να εφαρμοστεί και σε αυτούς, κατ’ επίκληση της αρχής της ισότητας, ο ίδιος τρόπος υπολογισμού της επικουρικής τους συντάξεως ο οποίος εφαρμόζεται στους συναδέλφους τους που εξήλθαν από την ενεργό υπηρεσία μετά την 1.1.2015.
Με τις ανωτέρω αποφάσεις της Ολομέλειας του Δικαστηρίου κρίθηκαν, ειδικότερα, τα εξής:
1. Από τις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 22 παρ. 5 του Συντάγματος ο κοινός νομοθέτης δεν κωλυόταν, θεσπίζοντας τις διατάξεις του άρθρου 96 του ν. 4687/2016 και εν συνεχεία του άρθρου 44 του ν. 4670/2020, να εισαγάγει νέο σύστημα υπολογισμού των επικουρικών συντάξεων, διακρίνοντας τρεις κατηγορίες ασφαλισμένων (όσων είχαν ασφαλιστεί μέχρι 31.12.2013 και υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδοτήσεως πριν την 1.1.2015, όσων είχαν ασφαλιστεί μέχρι 31.12.2013 και υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδοτήσεως μετά την 1.1.2015 και όσων ασφαλίζονται για πρώτη φορά μετά την 1.1.2014), ούτε επιβαλλόταν από τις ίδιες συνταγματικές διατάξεις να προβλεφθεί νομοθετικώς η επέκταση της εφαρμογής των ρυθμίσεων για τη δεύτερη (“μεταβατική”) κατηγορία ασφαλισμένων και στους αιτούντες, οι οποίοι είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι 31.12.2013 και είχαν συνταξιοδοτηθεί με το προγενέστερο του ν. 4387/2016 καθεστώς, δεδομένου ότι ο νομοθέτης θέλησε, κατ΄ ενάσκηση σχετικής ευχέρειας, συνταγματικώς θεμιτής, με τη θέσπιση της “μεταβατικής” κατηγορίας των ασφαλισμένων, να διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση στο νέο ασφαλιστικό σύστημα για την επικουρική ασφάλιση, στο σύστημα δηλαδή της νοητής κεφαλαιοποιήσεως προκαθορισμένων εισφορών που καταλαμβάνει όσους άρχισαν να εργάζονται και ασφαλίστηκαν μετά την 1.1.2014 αλλά και όσους εργάσθηκαν και ασφαλίστηκαν έως την 31.12.2013, υποβάλλουν δε αίτηση συνταξιοδοτήσεως μετά την 1.1.2015, για τον χρόνο ασφαλίσεως από 1.1.2015 και εφεξής. Εξάλλου, το γεγονός ότι οι επίμαχες διατάξεις του άρθρου 44 του ν. 4670/2020 δεν καταλαμβάνουν την κατηγορία ασφαλισμένων του Ταμείου που είχαν ήδη αποχωρήσει από την υπηρεσία πριν από την 1.1.2015, δεν συνιστά άνιση μεταχείριση αυτών αντικείμενη στο Σύνταγμα. Υπό τα δεδομένα αυτά, δεν στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας, η διαφορετική δε μεταχείριση των αιτούντων “ως παλαιών συνταξιούχων” έναντι όσων υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδοτήσεως από την 1.1.2015 και εφεξής, στηριζόμενη στον αρκούντως αντικειμενικό παράγοντα του διαφορετικού χρόνου αποχωρήσεως από την υπηρεσία και της υποβολής της αιτήσεως για συνταξιοδότηση, παρίσταται δικαιολογημένη και άρα σύμφωνη με τη συνταγματική αρχή της ισότητας. Εξάλλου, η διαφορετική αυτή μεταχείριση των δύο αυτών κατηγοριών συνταξιούχων δεν αντίκειται ούτε στην αρχή της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης ούτε σε άλλη υπερνομοθετικής ισχύος διάταξη ή αρχή. Επ’ αυτού δεν ασκεί επιρροή το γεγονός ότι για όσους είχαν υπαχθεί στην ασφάλιση μέχρι 31.12.2013 αποχωρούν όμως από την υπηρεσία και υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδοτήσεως μετά την 1.1.2015 λαμβάνεται υπόψη το αυξημένο ποσοστό εισφορών που κατέβαλλαν αυτοί βάσει του άρθρου 46 παρ. 2 του ν. 2084/1992, με αποτέλεσμα την προσαύξηση της συντάξεώς τους.
2. Όπως έχει ήδη κριθεί με την ΣτΕ Ολ 1890/2019, η διατήρηση των περικοπών των νόμων 4051/2012 και 4093/2012 για τους ήδη συνταξιούχους κατά τη δημοσίευση του ν. 4387/2016, όπως είναι οι αιτούντες, στο πλαίσιο του επανυπολογισμού των επικουρικών τους συντάξεων, ως ρύθμιση εντασσόμενη σε ένα νέο ασφαλιστικό σύστημα και ως τμήμα της εισαχθείσας με το ν. 4387/2016 ασφαλιστικής μεταρρυθμίσεως, είναι, καταρχήν, συνταγματικώς θεμιτή. Τούτο δε ισχύει και για τους συνταξιούχους της Δ.Ε.Η.. Περαιτέρω, με το σύστημα ρυθμίσεων του ν. 4387/2016 επιχειρήθηκε μείζων μεταρρύθμιση του συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως. Στο ανωτέρω σύστημα του Ε.Φ.Κ.Α., και ήδη e-Ε.Φ.Κ.Α. μετά τον ν. 4670/2020, εντάσσονται όλοι οι φορείς κοινωνικής ασφαλίσεως, οι ειδικότερες δε ρυθμίσεις των ανωτέρω νόμων, λόγω του γενικού τους χαρακτήρα, εφαρμόζονται επί όλων των οργανισμών κοινωνικής ασφαλίσεως και όλων των κατηγοριών συνταξιούχων, μη εξαιρουμένων των συνταξιούχων της Δ.Ε.Η., η απαλλαγή των οποίων από τις επίμαχες περικοπές θα ερχόταν σε αντίθεση και με το σκοπό των διατάξεων των νόμων 4387/2016 και 4670/2020, με τις οποίες, πάντως, δεν εθίγη η κατ’ άρθρο 34 του ν. 2773/1999 εγγυητική λειτουργία του κράτους ως χρηματοδότη του συστήματος ασφαλίσεως των εργαζομένων και των συνταξιούχων της Δ.Ε.Η.. Σε κάθε περίπτωση, οι διατάξεις του άρθρου 34 του ν. 2773/1999 δεν απαλλάσσουν, διότι άλλως θα παραβιαζόταν η αρχή της ισότητας, τους συνταξιούχους της Δ.Ε.Η., από την υποχρέωση συμμετοχής στα δημόσια βάρη και της ισότιμης, εκ μέρους όλων των πολιτών, εκπληρώσεως των υποχρεώσεων κοινωνικής αλληλεγγύης κατά την αντιμετώπιση της καταστάσεως, η οποία υπαγόρευσε την ένταξή τους στο νέο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως. Περαιτέρω, και η ένταξη του επικουρικού ασφαλιστικού φορέα των ασφαλισμένων και συνταξιούχων της Δ.Ε.Η. στο Ε.Τ.Ε.Α., που μετονομάσθηκε σε Ε.Τ.Ε.Α.Ε.Π., και τελικώς στον e-Ε.Φ.Κ.Α., στο πλαίσιο αναδιαρθρώσεως του ασφαλιστικού συστήματος, είναι συνταγματικώς θεμιτή.
3. Ο κανόνας ότι η επικουρική σύνταξη ανέρχεται στο 25% της κύριας συντάξεως που προβλεπόταν στο άρθρο 4 του π.δ. 245/1975 (σχετικά με την επικουρική ασφάλιση του προσωπικού της Δ.Ε.Η.) καταργείται για όλους τους συνταξιούχους της Δ.Ε.Η. μετά τη θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 44 του ν. 4670/2020 και του άρθρου 6 της προσβαλλόμενης 17537/989/6.5.2020 αποφάσεως του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων (Β’ 1887/18.5.2020). Εν πάση περιπτώσει δε η διάταξη του άρθρου 44 του ν. 4670/2020, με την οποία ορίζεται ότι οι ήδη καταβαλλόμενες επικουρικές συντάξεις έως 30.9.2019, που αφορούν αιτήσεις που είχαν υποβληθεί έως 31.12.2014, συνεχίζουν να καταβάλλονται από 1.10.2019 στο ύψος του ποσού που είχαν διαμορφωθεί σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις στις 31.12.2014, δεν έχει την έννοια ότι οι συντάξεις αυτές δεν μπορούν να αναπροσαρμοσθούν στο μέλλον, υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζει εκάστοτε ο νομοθέτης.