Η Προεδρία του Συμβουλίου και οι διαπραγματευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατέληξαν σε προσωρινή συμφωνία σχετικά με την προτεινόμενη νομοθεσία όσον αφορά μέτρα για υψηλό επίπεδο διαλειτουργικότητας του δημόσιου τομέα σε ολόκληρη την ΕΕ (πράξη για τη διαλειτουργική Ευρώπη), με στόχο τη δημιουργία ενός δικτύου διασυνδεδεμένων ψηφιακών δημόσιων διοικήσεων και την επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού του δημόσιου τομέα της Ευρώπης.
Κύριοι στόχοι του κανονισμού
Ο κανονισμός αποσκοπεί στη δημιουργία ενός νέου πλαισίου συνεργασίας για τις δημόσιες διοικήσεις της ΕΕ, ώστε να διασφαλίζεται η απρόσκοπτη διασυνοριακή παροχή δημόσιων υπηρεσιών, καθώς και στη θέσπιση μέτρων στήριξης για την προώθηση της καινοτομίας και τη βελτίωση των δεξιοτήτων και της ανταλλαγής γνώσεων.
Με το νέο νομοθέτημα καθιερώνεται μια δομή διακυβέρνησης της διαλειτουργικότητας με στόχο τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος κοινών λύσεων διαλειτουργικότητας για τον δημόσιο τομέα της ΕΕ. Με τον τρόπο αυτό, οι δημόσιες διοικήσεις στην ΕΕ μπορούν να συμβάλλουν σε αυτές τις λύσεις και να τις χρησιμοποιούν περαιτέρω, να καινοτομούν από κοινού και να δημιουργούν προστιθέμενη αξία.
Κύρια στοιχεία που διατηρούνται από την πρόταση της Επιτροπής
Η προσωρινή συμφωνία διατηρεί τη γενική κατεύθυνση της πρότασης της Επιτροπής, συγκεκριμένα όσον αφορά:
- τους κανόνες που διασφαλίζουν μια διαρθρωμένη συνεργασία σε επίπεδο ΕΕ, όπου οι δημόσιες διοικήσεις έρχονται σε επαφή στο πλαίσιο έργων που ανήκουν από κοινού στα κράτη μέλη, καθώς και σε περιφέρειες και δήμους
- ένα πλαίσιο πολυεπίπεδης διακυβέρνησης υπό την καθοδήγηση του «Συμβουλίου της διαλειτουργικής Ευρώπης»
- την ανταλλαγή και την περαιτέρω χρήση λύσεων διαλειτουργικότητας, που επιτελούνται μέσω υπηρεσίας μίας στάσης για λύσεις και συνεργασία σε επίπεδο κοινότητας («πύλη της διαλειτουργικής Ευρώπης») και υποστηρίζονται από μέτρα για την προώθηση της καινοτομίας και τη βελτίωση των δεξιοτήτων και της ανταλλαγής γνώσεων.
Οι τροποποιήσεις των συννομοθετών
Οι συννομοθέτες τροποποίησαν διάφορα μέρη της πρότασης της Επιτροπής. Οι βασικές αλλαγές περιλαμβάνουν:
- σαφέστερο ορισμό του πεδίου εφαρμογής της προτεινόμενης νομοθεσίας, συμπεριλαμβανομένων της έννοιας και του ορισμού των «διευρωπαϊκών ψηφιακών δημόσιων υπηρεσιών»
- διευκρινίσεις σχετικά με τους στόχους και τους όρους της υποχρεωτικής αξιολόγησης διαλειτουργικότητας με σκοπό τη συμμόρφωση με την αρχή της αναλογικότητας ώστε να μην επιβαρύνονται υπερβολικά οι εθνικές και τοπικές διοικήσεις
- συνοχή με τις διατάξεις της πράξης για την τεχνητή νοημοσύνη και του γενικού κανονισμού για την προστασία δεδομένων (ΓΚΠΔ), όσον αφορά τη θέσπιση ρυθμιστικών δοκιμαστηρίων διαλειτουργικότητας και τη συμμετοχή σε αυτά
- ισχυρότερο ρόλο για το Συμβούλιο της διαλειτουργικής Ευρώπης, το οποίο βρίσκεται στο επίκεντρο της νέας δομής διακυβέρνησης που θεσπίζεται με τον κανονισμό.
Επόμενα βήματα
Σε συνέχεια της προσωρινής συμφωνίας που επιτεύχθηκε σήμερα, οι ομάδες τεχνικού επιπέδου θα επεξεργαστούν τις τελευταίες λεπτομέρειες του κανονισμού αυτή την εβδομάδα.
Μόλις ολοκληρωθούν οι εργασίες αυτές, το κείμενο της συμφωνίας θα πρέπει να επιβεβαιωθεί στο σύνολό του από αμφότερα τα θεσμικά όργανα και να ελεγχθεί από τους γλωσσομαθείς νομικούς πριν από την τυπική έκδοση από τους συννομοθέτες.
Ιστορικό
Τα τελευταία χρόνια, εμπειρογνώμονες στον τομέα της ψηφιακής διακυβέρνησης και των δεδομένων έχουν αναπτύξει ευρείες κοινές πρακτικές συνεργασίας για τη διαλειτουργικότητα με βάση το ισχύον Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Διαλειτουργικότητας (ΕΠΔ). Το ΕΠΔ είναι το ευρέως αναγνωρισμένο εννοιολογικό μοντέλο διαλειτουργικότητας της Ευρώπης. Ωστόσο, πρόσφατες αξιολογήσεις ανέδειξαν σημαντικούς περιορισμούς σε αυτήν την αμιγώς εθελοντική προσέγγιση συνεργασίας.
Τα κράτη μέλη της ΕΕ τονίζουν όλο και περισσότερο την ανάγκη να ενισχυθεί η ευρωπαϊκή συνεργασία στον τομέα της διαλειτουργικότητας. Μεταξύ άλλων, οι υπουργικές διακηρύξεις που υπεγράφησαν το 2017 στο Ταλίν και το 2020 στο Βερολίνο επιβεβαιώνουν την ανάγκη αυτή. Προκειμένου να ικανοποιηθούν αυτές οι ανάγκες, στις 18 Νοεμβρίου 2022 η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τη θέσπιση μέτρων για υψηλό επίπεδο διαλειτουργικότητας του δημόσιου τομέα σε ολόκληρη την Ένωση («πράξη για τη διαλειτουργική Ευρώπη»). Στις 2 Ιουνίου 2023 το Συμβούλιο «Μεταφορές, Τηλεπικοινωνίες και Ενέργεια» (Τηλεπικοινωνίες) σημείωσε έκθεση προόδου σχετικά με τον εν λόγω φάκελο και στις 6 Οκτωβρίου 2023 οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών (ΕΜΑ) κατέληξαν σε συμφωνία σχετικά με εντολή που παρέχει στην Προεδρία τη δυνατότητα να αρχίσει διαπραγματεύσεις με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ο πρώτος τριμερής διάλογος πραγματοποιήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2023.