Με βάση τον πρόσφατο νόμο 3220/2004 για την αντικειμενικοποίηση των φορολογικών ελέγχων παρέχονται πλέον φορολογικά κίνητρα για την πραγματοποίηση μεγάλων επενδύσεων, ήτοι επενδύσεων ίσων ή μεγαλύτερων των 30.000.000 ευρώ. Το βασικότερο κίνητρο είναι η μείωση του φορολογικού συντελεστή των κερδών των επιχειρήσεων από 35% σε 25%. Η ελάφρυνση αυτή έχει εφαρμογή σε μεταποιητικές επιχειρήσεις που ασκούν τις δραστηριότητες του άρθρου 15 του Ν. 2601/1998, σε επιχειρήσεις που παράγουν ενέργεια, σε μορφή θερμού νερού, ατμού ή παράγουν στέρεα καύσιμα από βιομάζα, σε επιχειρήσεις εφαρμοσμένης βιομηχανικής, ενεργειακής, γεωργικής, κτηνοτροφικής, δασικής, ιχθυοκαλλιεργητικής έρευνας, σε επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών εξαιρετικά προηγμένης τεχνολογίας, εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές ανήκουν στους τομείς, πληροφορικής, τουρισμού, έρευνας καθώς και τεχνολογικής υποστήριξης βιοτεχνικών και βιομηχανικών δραστηριοτήτων, σε εταιρίες παροχής αερίου, κ.λ.π., εφόσον οι επιχειρήσεις αυτές πραγματοποιούν παραγωγική επένδυση άνω των 30.000.000 ευρώ και εφόσον οι επενδυτικές και λοιπές δαπάνες της επένδυσης περιλαμβάνονται στις διατάξεις του άρθρου 3 του ίδιου νόμου.
Σε αυτή την περίπτωση τα καθαρά κέρδη της επιχείρησης θα φορολογούνται για χρονικό διάστημα 10 ετών στο σύνολό τους με συντελεστή 25%, αρχής γενομένης από το χρόνο μέσα στον οποίο αρχίζει η λειτουργία της παραγωγικής επένδυσης. Το φορολογικό αυτό καθεστώς δεν μπορεί να μεταβληθεί για μια δεκαετία από την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης εκτός εάν θεσπιστεί ευνοϊκότερο φορολογικό καθεστώς για όλες εν γένει τις επιχειρήσεις.
Εάν η εταιρεία που πραγματοποιεί την παραγωγική επένδυση δεν είναι νεοσύστατη αλλά υφιστάμενη, τότε ο χρόνος έναρξης εφαρμογής του συντελεστή 25% είναι το έτος κατά τη διάρκεια του οποίου θα αρχίσει η λειτουργία της νέας επένδυσης, ο ως άνω συντελεστής δε εφαρμόζεται στα συνολικά καθαρά κέρδη της επιχείρησης. Δηλαδή εάν η επιχείρηση έχει εισοδήματα και από άλλες πηγές (λ.χ. μισθώματα ή εισοδήματα προερχόμενα από άλλο κλάδο πέραν του άρθρου 3) θα φορολογείται με 25% στα συνολικά κέρδη και όχι μόνο στα κέρδη της συγκεκριμένης επένδυσης. Περαιτέρω, σε ότι αφορά τις ήδη υφιστάμενες επιχειρήσεις, συντρέχει εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου 3220/2004 (άρθρα 1 επ.) μόνο εφόσον η πραγματοποιούμενη παραγωγική επένδυση είναι ανώτερη των 30.000.000 ευρώ αλλά και ανώτερη της αξίας κτήσης του υφιστάμενου πάγιου ενεργητικού της επιχείρησης κατά το χρόνο έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης.
Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η εν λόγω φορολογική ελάφρυνση είναι ανεξάρτητη της υπαγωγής της επένδυσης στις ενισχύσεις του αναπτυξιακού νόμου 2601/1998 περί επιχορηγήσεων ή φορολογικών απαλλαγών. Δηλαδή ακόμα και αν μια επιχείρηση υπαγάγει την επένδυση στις ενισχύσεις του αναπτυξιακού νόμου και έτσι εκπέσει το 70% της επένδυσης από τα κέρδη, θα εξακολουθεί να δικαιούται να φορολογηθεί με συντελεστή 25% για τα συνολικά καθαρά της κέρδη μέχρι την συμπλήρωση της 10ετίας από την έναρξη λειτουργίας της παραγωγικής διαδικασίας της επένδυσης.
Το ανωτέρω νομοθέτημα ρυθμίζει και το ζήτημα των επιχειρήσεων που ναι μεν επέλεξαν να υπαχθούν στις ανωτέρω διατάξεις πραγματοποιώντας επένδυση αξίας ίσης ή μεγαλύτερης των 30.000.000 ευρώ, αλλά εν συνεχεία είτε συγχωνεύονται με άλλη επιχείρηση είτε απορροφούν άλλη επιχείρηση οποιασδήποτε μορφής. Σε αυτές τις περιπτώσεις η φορολογική ελάφρυνση και ο συντελεστής του 25% θα εφαρμοσθεί στα κέρδη της εταιρείας που θα προέλθει από τη συγχώνευση ή στα κέρδη της απορροφώσας εταιρείας αντίστοιχα. Τα κέρδη αυτά θα φορολογηθούν με τον συντελεστή του 25% όπως θα προκύψουν από την εφαρμογή της σχέσης αφενός των ιδίων κεφαλαίων της επιχείρησης που αρχικά πραγματοποίησε την επένδυση (δηλαδή των κεφαλαίων που εμφανίζονται στον ισολογισμό μετασχηματισμού που έχει συντάξει αυτή σε περίπτωση που η συγχώνευση ή απορρόφηση έγινε με βάση τις διατάξεις του Ν. 2166/1993 ή στον ισολογισμό που έχει υποβληθεί για εκτίμηση στην Επιτροπή του άρθρου 9 του Κ.Ν. 2190/1920 αν η συγχώνευση ή απορρόφηση έγινε με τις διατάξεις του Ν.Δ. 1297/1972) και αφετέρου των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας που προήλθε από την συγχώνευση ή απορρόφηση.
Η παράγραφος 3 του άρθρου 1 του ως άνω νόμου 3220/2004 ρυθμίζει τη διαδικασία υπαγωγής στις ανωτέρω φορολογικές διατάξεις για παραγωγικές επενδύσεις. Έτσι με βάση τη διάταξη αυτή η επιχείρηση θα πρέπει μέσα σε διάστημα ενός μήνα από την έναρξη της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης να υποβάλλει σχετική αίτηση προς τούτο, προς τον Προϊστάμενο της Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας στην οποία υπάγεται η επιχείρηση, στην οποία αίτηση, εκτός των άλλων, θα αναφέρει ότι ολοκληρώθηκε η επένδυση, το ύψος αυτής που όπως ήδη αναφέραμε θα πρέπει να είναι ίσο ή και μεγαλύτερο των 30.000.000 ευρώ, αλλά και το χρόνο έναρξης της παραγωγικής λειτουργίας της επένδυσης, έτσι ώστε να αρχίσει να μετρά η δεκαετία που θέτει ο νόμος ως χρονικό διάστημα εφαρμογής της εν λόγω φορολογικής ελάφρυνσης.
Τέλος η παράγραφος 8 του άρθρου 1 του Ν.3220/2004 ορίζει ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού έχουν εφαρμογή για δαπάνες επενδύσεων που πραγματοποιούνται από την δημοσίευση του Νόμου αυτού στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και εντεύθεν, ήτοι από τις 28.1.2004 και μετά.