“Πρακτικό της από 17-11-2020 έκτακτης συνεδρίασης του ΔΣ της ένωσης ασκουμένων και νέων δικηγόρων Κατερίνης:
Σύσσωμο το δικηγορικό σώμα, συναισθανόμενο την σοβαρότητα της υγειονομικής κρίσης και την ανάγκη λήψης μέτρων αντιμετώπισής της, στήριξε αγόγγυστα κάθε προσπάθεια και πρωτοβουλία της Πολιτείας, που στόχευε στην περιχαράκωση της υγείας των πολιτών από την τρομακτική αυτή πανδημία. Η στήριξη του δικηγορικού σώματος προς τα επιβληθέντα μέτρα ασφαλείας και τον δίμηνο και πλέον αρχικό κατ’ οίκον αποκλεισμό μάλιστα παρέμεινε αμείωτη, παρά την άκρως απαξιωτική κίνηση της Πολιτείας να στηρίξει οικονομικά το δικηγορικό σώμα με το ποσό των 600€, μέσω της εν τέλει ανακληθείσας υποχρεωτικής συμμετοχής του σε προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης χαμηλού επιπέδου. Η ανωτέρω εξαιρετικά άδικη κίνηση λειτούργησε διχαστικά καθώς δημιούργησε την πεποίθηση στην κοινωνία ότι ο δικηγορικός κλάδος, ως ένας προνομιούχος κλάδος , θα μπορέσει να επιβιώσει παρά τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας με ιδία μέσα. Η πεποίθηση αυτή είναι εντελώς εσφαλμένη καθώς η πλειονότητα του δικηγορικού σώματος και κυρίως οι νέοι και ασκούμενοι δικηγόροι, τους οποίους εκπροσωπεί η Ένωση μας, διόλου προνομιούχα είναι, δεδομένων των πενιχρών εισοδημάτων τους και των συνθηκών εργασιακής τους απασχόλησης.
Το δικηγορικό σώμα στήριξε, παράλληλα, και την τελευταία επιλογή της Πολιτείας να διατηρήσει εν μέρει τις δικαστικές διαδικασίες σε λειτουργία κατά τον δεύτερο επιβληθέντα κατ’ οίκον αποκλεισμό, θεωρώντας την μία κίνηση συμβολικού χαρακτήρα. Η εν μέρει λοιπόν διατήρηση σε λειτουργία των δικαστηρίων δεν μπορεί, σε καμία περίπτωση, να αποτελέσει πρόφαση της Πολιτείας για την αποφυγή οικονομικής ενίσχυσης του δικηγορικού σώματός, καθώς πρακτικά δεν είχε κανένα ουσιαστικό οικονομικό αποτέλεσμα στο δικηγορικό έργο, το οποίο μέσα στο υφιστάμενο κλίμα υγειονομικής, επαγγελματικής και οικονομικής ανασφάλειας της κοινωνίας έχει κυριολεκτικά εκμηδενιστεί. Επομένως το οικονομικό αδιέξοδο, στο οποίο έχουμε βρεθεί πολλοί από εμάς εξαιτίας της προκληθείσας από την πανδημία αναστολής του επαγγέλματός μας, καθιστά σαφές ότι ο κλάδος μας θα πρέπει να συμπεριληφθεί στους άμεσα πληττόμενους επαγγελματικούς κλάδους της χώρας και να ενισχυθεί οικονομικά. Δοθέντων αυτών, ζητούμε την λήψη των κάτωθι μέτρων:
1.ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΓΓΕΛΘΕΙΣΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΥΨΟΥΣ 400€:
Είναι αυτονόητο ότι, λόγω της ανωτέρω κατάστασης η οποία εκ των πραγμάτων ανέστειλε την λειτουργία του επαγγέλματος μας για ΔΕΥΤΕΡΗ φορά μέσα σε ένα οικονομικό έτος, έχουμε υποστεί τεράστια οικονομική ζημία ως κλάδος και χιλιάδες συνάδελφοι, είτε αυτοί αποτελούν ΠΑΛΑΙΟΥΣ δικηγόρους, είτε ΝΕΟΥΣ δικηγόρους, είτε ΑΣΚΟΥΜΕΝΟΥΣ δικηγόρους και οι εξαρτώμενες από αυτούς οικογένειες, έχουν οδηγηθεί σε οικονομικό αδιέξοδο, αδυνατώντας να ανταπεξέλθουν στην καθημερινή πραγματικότητα των πολλαπλών και συνεχόμενων εξόδων και υποχρεώσεων. Αρχικά κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας, υπήρξε ένας καταιγισμός ανακοινώσεων για την οικονομική μας ενίσχυση, υπάγοντας μας στην κρατική ενίσχυση των 800 ευρώ, που με τεχνάσματα έγιναν 600 ευρώ, αφού πρώτα έπρεπε να ολοκληρώσουμε μία διαδικασία τηλεκατάρτισης, η οποία στο τέλος αποδείχθηκε ΦΙΑΣΚΟ, γνωρίζοντας όλοι μας την κατάληξη. Το βοήθημα των 600 ευρώ, το καρπωθήκαμε εν τέλει μετά το πέρας των δύο μηνών χωρίς η κυβέρνηση να υπολογίζει προφανώς ότι οι οικονομικές μας υποχρεώσεις είναι τεράστιες.
Η κυβέρνηση, αναγνωρίζοντας τις προηγούμενες θυσίες του δικηγορικού σώματος και την αδικία που συντελέστηκε σε βάρος του κατά το πρώτο κύμα της πανδημίας όταν και μας καταβλήθηκε κατά πολύ μικρότερο ποσό από όλους τους άλλους επαγγελματικούς κλάδους, εξήγγειλε μέσω του αρμοδίου Υπουργού την χορήγηση οικονομικής ενίσχυσης ύψους 400€. Παρά τις αρχικές εξαγγελίες το ανωτέρω ποσό, που αφορά του μήνες Μαρτίου-Απριλίου -Μαΐου, ακόμη δεν έχει καταβληθεί. Ζητούμε λοιπόν και εντός του τρέχοντος μηνός την καταβολή του ποσού των 400 Ευρώ σε όλους τους δικηγόρους και τους ασκούμενους όπως υποσχέθηκε πρόσφατα ο αρμόδιος Υπουργός. Μάλιστα μετά το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε σήμερα 17-11-2020 στην Βουλή των Ελλήνων, με λύπη διαπιστώσαμε πως δεν συμπεριλαμβάνονται οι ασκούμενοι δικηγόροι στους δικαιούχους του επιδόματος. Καλούμε άμεσα την πολιτεία να συμπεριλάβει τους ασκούμενους δικηγόρους στους δικαιούχους του επιδόματος καταθέτοντας σχετική τροπολογία η οποία θα αίρει αυτή την αδικία.
2. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΜΑΣ ΚΑΤΑ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΥΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ:
Η προβλεφθείσα από την νέα ΚΥΑ επιστρεπτέα προκαταβολή, δεν αποτελεί κοινωνικό μέτρο στήριξης, αλλά μία έντοκη δανειακή σύμβαση που απευθύνεται σε κλάδους, όπως ο δικός μας, οι οποίοι προσπαθούν να μείνουν ζωντανοί στο πλαίσιο μίας κοινωνίας και οικονομίας που έχουν νεκρωθεί. Η νέα ΚΥΑ όχι μόνο δεν έδωσε λύσεις αλλά επιβεβαίωσε τους φόβους μας. Ο τρόπος με τον οποίο το μέτρο εισάγεται αποκλείει μεγάλο αριθμό νέων συναδέλφων και το σύνολο των ασκουμένων, οι οποίοι ενώ σε πολλούς τομείς, όπως κατά την καταβολή ασφαλιστικών τους εισφορών, θεωρούνται πλήρεις επαγγελματίες επί της παρούσης αντιμετωπίζονται ως «πολίτες δεύτερης κατηγορίας » μη δικαούμενων στήριξης και προστασίας, παραβιάζοντας κάθε αρχή αναλογικότητας και χρηστής διοικήσεως. Εντούτοις ακόμα και για τους συναδέλφους που θα ενταχθούν στο πλαίσιο της δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για το πότε και με ποιον τρόπο αυτή θα εκταμιευτεί, επιβεβαιώνοντας για άλλη μια φορά ότι δεν πρόκειται για μία άμεση κοινωνική παροχή με σκοπό την στήριξη των επαγγελματιών. Υπό το πρίσμα των ανωτέρω, κατακρίνουμε για δεύτερη φορά σε διάστημα μερικών μηνών τη συστηματική έλλειψη κρατικής πρωτοβουλίας για την ενίσχυση και προστασία του κλάδου μας και απαιτούμε τη συμπερίληψή τόσο των εν ενεργεία δικηγόρων όσο και των ασκουμένων στο επίδομα των 800 ευρώ, το οποίο ζητούμε να καταβληθεί άμεσα, καθώς το πραγματικό γεγονός της αναστολής εργασιών μας δεν αναιρείται από ελάχιστές εξαιρέσεις, ενώ ταυτόχρονα αν και κατανοούμε ότι οι συνθήκες είναι έκτακτες, οι τακτικές βιοποριστικές μας ανάγκες συνεχίζουν να είναι άμεσες και πιεστικές.
3.ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΥΦΙΣΤΑΜΕΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΜΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΚΑΘ’ ΟΛΟ ΤΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΤΗΣ ΠΑΝΔΗΜΙΑΣ:
Α) Την διαγραφή των οφειλών που γεννήθηκαν κατά την διάρκεια του πρώτου κύματος της πανδημίας (Μάρτιο, Απρίλιο και Μάιο του 2020) και αφορούν εισφορές του ΕΦΚΑ, του ΕΤΕΑΠ και δόσεων επαγγελματικών δανείων συναδέλφων προς τα τραπεζικά ιδρύματα. Παράλληλα να υπάρξει συμψηφισμός των αποδοθέντων ποσών, όσων συνάδελφων έχουν εξοφλήσει αυτές τις οφειλές, με αντίστοιχες μελλοντικές υποχρεώσεις- εισφορές υπέρ ΕΦΚΑ, ΕΤΕΑΠ και δόσεις δανείων.
Β) Την άρση της υποχρέωσης καταβολής, για όσο χρονικό διάστημα συνεχίζεται το δεύτερο κύμα της πανδημίας , των εισφορών ΕΦΚΑ, ΕΤΕΑΠ και των δόσεων επαγγελματικών δανείων συναδέλφων προς τραπεζικά ιδρύματα.
Γ) Την άρση της υποχρέωση καταβολής των δόσεων ΕΝ.Φ.Ι.Α επαγγελματικού χώρου για τους δικηγόρους, στην περίπτωση την οποία στεγάζεται εντός αυτού το δικηγορικό τους γραφείο. Επόμενο είναι ότι το μέτρο αυτό πρέπει να αφορά το τρέχον έτος, διότι παρόλο που η απαίτηση αφορά το φορολογικό έτος 2019 είναι απαιτητή στο έτος που διανύουμε.
Δ) Την αναστολής καταβολής των δόσεων ΦΠΑ κατά την διάρκεια του δεύτερο κύματος της πανδημίας .
4. ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΤΩΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΩΝ:
Δεδομένης της σοβαρότητας της υγειονομικής κρίσης, της δυσχέρειας και της μη ορθής και απρόσκοπτης λειτουργίας των Δικαστηρίων ζητούμε την άμεση αναστολή όλων των δικαστικών προθεσμιών και των προθεσμιών όλων των διαδικαστικών πράξεων ανεξαρτήτως διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων στην αναστολή της προθεσμίας και της κατάθεσης αγωγών και των δικογράφων προτάσεων και προσθήκης της Τακτικής Διαδικασίας, καθώς και επίσης όλων των παρακείμενων ενεργειών που υπάγονται στις αρμοδιότητες ενός Δικηγόρου (Κτηματολόγιο, Υποθηκοφυλακείο κλπ.). Η μη αναστολή των προθεσμιών εγκυμονεί κινδύνους απώλειας κάποιας προθεσμίας, σε περίπτωση που κάποιος δικηγόρος νοσήσει από τον ιό. Εάν λοιπόν νοσήσει κάποιος δικηγόρος, η ενδεχόμενη νοσηλεία του σε νοσοκομείο και η σε κάθε περίπτωση αναγκαστική απομόνωση και αποχή του από κοινωνικές επαφές για διάστημα δεκατεσσάρων (14) ημερών, θα έχουν ως αποτέλεσμα την απώλεια κάποια δικονομικής προθεσμίας. Είναι άδικο και πολλές φορές ακατόρθωτο να τηρηθούν όλα τα μέτρα ασφαλείας, ενώ παράλληλα τρέχουν προθεσμίες, για τις οποίες, σε περίπτωση που δεν τηρηθούν, επέρχονται εκ του νόμου κυρώσεις. Η μη τήρηση των προθεσμιών μπορεί να οδηγήσει σε τεράστια έκθεση του δικηγορικού σώματος προς εντολείς του και σε απώλεια δικαιωμάτων των πολιτών. Αιτούμαστε, λοιπόν, να ανασταλούν οι προθεσμίες όλων των διαδικασιών που αφορούν το επάγγελμα μας και σχετίζονται με αυτό, προκειμένου να αποκλειστεί η πιθανότητα άδολης ασυνέπειας του δικηγορικού σώματος. Παράλληλα αιτούμαστε την αναστολή της προθεσμίας παραγραφής για κάθε αξίωση και απαίτηση που παραγράφεται μετά την 31-12-2020.
Τέλος θα πρέπει να σημειωθεί ότι η παρούσα επιστολή δεν είναι και δεν πρέπει να εκληφθεί ως μία συντεχνιακή διεκδίκηση για προνομιακή μεταχείριση αλλά αποτελεί μία κραυγή αγωνίας ενός επιστημονικού κλάδου και κυρίως του πιο τρυφερού και πιο πληττόμενου μέρους αυτού, δηλαδή των νέων και ασκούμενων δικηγόρων, που κατά την διάρκεια της πανδημίας αντιμετωπίζει σοβαρούς κινδύνους επιβίωσης. Με την ελπίδα η κραυγή αυτή να μην είναι “φωνή βοώντων εν τη ερήμω”, ζητούμε την στήριξη του κλάδου μας από την Πολιτεία με γενναίες αποφάσεις και πράξεις ουσίας και όχι με ευχολόγια και ψευδείς πολιτικές εξαγγελίες.
Εκ του ΔΣ της Ένωσης Ασκουμένων και Νέων Δικηγόρων Κατερίνης
Κατερίνη, 17-11-2020.”