Το 2021, η άφιξη μιας πτήσης που είχε αναχωρήσει από την Κολωνία-Βόννη (Γερμανία) και είχε προορισμό το ελληνική νησί της Κω, που εκτελούσε η εταιρεία TAS, καθυστέρησε κατά 3 ώρες και 49 λεπτά. Υπήρχαν διάφοροι λόγοι για την καθυστέρηση αυτή, αλλά οφειλόταν κυρίως στην έλλειψη προσωπικού στο αεροδρόμιο της Κολωνίας-Βόννης που ήταν διαθέσιμο για τη φόρτωση των αποσκευών στο αεροπλάνο.
Ορισμένοι εκ των επιβατών οι οποίοι επλήγησαν από την καθυστέρηση αυτή εκχώρησαν τα δικαιώματά τους για αποζημίωση στην Flightright. Η εταιρεία αυτή άσκησε αγωγή κατά της TAS ενώπιον των γερμανικών δικαστηρίων, ισχυριζόμενη ότι η καθυστέρηση αυτή οφειλόταν στην TAS και δεν μπορούσε να εξηγηθεί από έκτακτες περιστάσεις.
Σύμφωνα με το δίκαιο της ΕΕ, μια αεροπορική εταιρεία δεν υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση σε σχέση με μια μεγάλη καθυστέρηση, δηλαδή μια καθυστέρηση άνω των τριών ωρών, εάν μπορεί να αποδείξει ότι η καθυστέρηση προκλήθηκε από “εξαιρετικές περιστάσεις”, που δεν θα μπορούσαν να αποφευχθούν, ακόμη και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα.
Το γερμανικό δικαστήριο ενώπιον του οποίου ασκήθηκε η υπόθεση ερωτά το Δικαστήριο αν η έλλειψη προσωπικού του αερολιμένα που είναι υπεύθυνος για τη φόρτωση των αποσκευών στα αεροπλάνα μπορεί να συνιστά “εξαιρετική περίσταση”. Το Δικαστήριο απαντά καταφατικά: το γεγονός της ανεπάρκειας του προσωπικού του αερολιμένα που είναι υπεύθυνος για τη φόρτωση των αποσκευών στα αεροπλάνα, μπορεί να συνιστά “εξαιρετική περίσταση”.
Μια “εξαιρετική περίσταση” προκύπτει όταν, πρώτον, το γεγονός δεν είναι, από τη φύση ή την προέλευσή του, σύμφυτο με το κανονική άσκηση της δραστηριότητας της αεροπορικής εταιρείας και, δεύτερον, είναι εκτός του πραγματικού ελέγχου της.
Εναπόκειται στο γερμανικό δικαστήριο να εκτιμήσει αν πληρούνται οι δύο αυτές προϋποθέσεις. Κατά συνέπεια, πρέπει, πρώτον, αν, εν προκειμένω, οι αστοχίες κατά τη φόρτωση των αποσκευών πρέπει να θεωρηθούν ως γενικές αστοχίες. Στην περίπτωση αυτή, οι αστοχίες αυτές δεν θα μπορούσαν να αποτελέσουν γεγονός που είναι εγγενές στην
κανονική άσκηση της δραστηριότητας της αεροπορικής εταιρείας. Δεύτερον, πρέπει να προσδιορίσει αν οι αστοχίες αυτές ήταν πέραν του ελέγχου της TAS. Αυτό δεν θα συνέβαινε, ιδίως εάν η TAS ήταν σε θέση να ασκήσει αποτελεσματικό έλεγχο επί του φορέα εκμετάλλευσης του αεροδρομίου.
Ακόμη και αν το γερμανικό δικαστήριο έκρινε ότι η επίμαχη έλλειψη προσωπικού συνιστά και “έκτακτη περίσταση”, η TAS, προκειμένου να απαλλαγεί από την υποχρέωσή της να καταβάλει αποζημίωση στους επιβάτες, θα πρέπει επίσης να αποδείξει, πρώτον, ότι η περίσταση αυτή δεν θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί ακόμη και αν όλες οι είχαν ληφθεί εύλογα μέτρα, και, δεύτερον, ότι έλαβε όλα τα μέτρα που ήταν κατάλληλα για την
περίσταση και για την αντιμετώπιση των συνεπειών που απορρέουν από αυτήν.