Η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε προφανή σφάλματα κατά την εκτίμηση του συμβιβάσιμου της εν λόγω συγκέντρωσης, η οποία αποτελεί μέρος μιας σύνθετης ανταλλαγής περιουσιακών στοιχείων μεταξύ της RWE και της E.ON, με το δίκαιο ανταγωνισμού της ΕΕ.
Τον Μάρτιο του 2018, οι εταιρείες RWE AG και E.ON SE, οι οποίες διέπονται αμφότερες από το γερμανικό δίκαιο, ανακοίνωσαν ότι ήθελαν να συμμετάσχουν σε μια σύνθετη ανταλλαγή περιουσιακών στοιχείων μέσω τριών πράξεων συγκέντρωσης.
Με την πρώτη πράξη συγκέντρωσης, η RWE, η οποία δραστηριοποιείται σε ολόκληρη την αλυσίδα εφοδιασμού της παροχής ενέργειας στην σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, επιθυμούσε να αποκτήσει τον αποκλειστικό ή από κοινού έλεγχο ορισμένων περιουσιακών στοιχείων παραγωγής της E.ON, μιας παρόχου ηλεκτρικής ενέργειας που δραστηριοποιείται σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Η δεύτερη πράξη συγκέντρωσης συνίστατο σε την απόκτηση από την E.ON του αποκλειστικού ελέγχου των δραστηριοτήτων διανομής και λιανικής πώλησης ενέργειας, καθώς και ορισμένων παραγωγής της Innogy SE, θυγατρικής της RWE. Όσον αφορά την τρίτη πράξη συγκέντρωσης, αφορούσε την την απόκτηση του 16,67% των μετοχών της E.ON από την RWE.
Η πρώτη και η δεύτερη πράξη συγκέντρωσης εξετάστηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή 1, η οποία τις ενέκρινε, ενώ η τρίτη πράξη συγκέντρωσης εξετάστηκε από την Ομοσπονδιακή Αρχή Ανταγωνισμού της Γερμανίας. Έντεκα γερμανικές δημοτικές αρχές αμφισβήτησαν τις εγκριτικές αποφάσεις της Επιτροπής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στις 17 Μαΐου 2023, το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε τις προσφυγές κατά της έγκρισης της πρώτης πράξης (απόκτηση των περιουσιακών στοιχείων παραγωγής της E.ON από την RWE), ορισμένες επί της ουσίας και άλλες για λόγους απαραδέκτου. Το Γενικό Δικαστήριο
Δικαστήριο παρατήρησε ότι η ανταλλαγή περιουσιακών στοιχείων μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων δεν συνιστά “ενιαία συγκέντρωση”.
Επίσης, έκρινε ότι η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα κατά την εκτίμηση του συμβιβάσιμου της πρώτης αυτής συγκέντρωσης με το δίκαιο ανταγωνισμού της ΕΕ.
Με τις σημερινές του αποφάσεις, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τις προσφυγές των δημοτικών αρχών που αμφισβητούν την έγκριση της δεύτερης πράξης (εξαγορά της επιχείρησης διανομής και λιανικής πώλησης ενέργειας καθώς και ορισμένων περιουσιακών στοιχείων παραγωγής της Innogy από την E.ON).
Το Γενικό Δικαστήριο επιβεβαιώνει ότι η ανταλλαγή περιουσιακών στοιχείων μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων δεν συνιστά “ενιαία συγκέντρωση”. Επίσης, η Επιτροπή δεν υπέπεσε σε πρόδηλα σφάλματα κατά την εκτίμηση του συμβιβάσιμου της δεύτερης αυτής συγκεντρώσεως με το δίκαιο ανταγωνισμού της ΕΕ.