Ανακοίνωση της Ομοσπονδίας Δικαστικών Υπαλλήλων:
ΘΕΜΑ: Νόμος 4940/2022: «Σύστημα στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και άλλες διατάξεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα» και πως επηρεάζει τους Δικαστικούς Υπαλλήλους.
Πριν μερικές μέρες δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 112 A’/14.06.2022 ο Ν. 4940/2022 με τίτλο «Σύστημα στοχοθεσίας, αξιολόγησης και ανταμοιβής για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και άλλες διατάξεις για το ανθρώπινο δυναμικό του δημοσίου τομέα», με τον οποίο καθιερώνεται το «σύστημα ανταμοιβής δικαστικών υπαλλήλων» (Άρθρο 26).
Όπως προκύπτει από το σχετικό άρθρο, δεν πρόκειται για μια – έστω μικρή – αναγνώριση της επί σειρά ετών υπέρβασης των αντοχών μας και υπεραπόδοσής μας, για την απώλεια κεκτημένων, την απλήρωτη υπερωριακή εργασία και την εντατικοποίηση εξαιτίας των μνημονιακών πολιτικών και των μεταμνημονιακών δεσμεύσεων, για την υποστελέχωση και την αναπλήρωση των ολοένα αυξανόμενων αποχωρήσεων συναδέλφων, για το σύνθετο και απαιτητικό έργο που ήδη επιτελούμε.
Αντίθετα, τα όποια χρήματα δοθούν (απ’ το 2023 και μέχρι το 2025) συνδέονται με την εφαρμογή των προβλέψεων του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, που θα διοχετεύσει χρήμα σε επιχειρηματικούς κολοσσούς και με την υλοποίηση συγκεκριμένων στόχων, δηλαδή με πλαίσιο κανόνων και προϋποθέσεων πρόσθετων στην εργασιακή αφαίμαξη, που ήδη βιώνει ο κλάδος.
Η ΟΔΥΕ τοποθετήθηκε εξαρχής αρνητικά στο να συνδεθεί το όποιο πενιχρό και χωρίς πάγιο χαρακτήρα κονδύλιο με την επίτευξη στόχων και με την επιλεκτική χορήγησή του βάσει ποσοτικών κριτηρίων και ΔΙΕΚΔΙΚΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΘΕΙ ΙΣΟΠΟΣΑ ΚΑΙ ΙΣΟΤΙΜΑ ΣΕ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΔΙΚΑΣΤΙΚΟΥΣ ΥΠΑΛΛΗΛΟΥΣ, χωρίς αστερίσκους και διακρίσεις, καθώς έχουμε επισημάνει ότι το “εργαλείο” επιδόσεων στη διαμόρφωση του οποίου ζητούν επίμονα τη συμβολή μας θα
είναι στην πραγματικότητα το εργαλείο κατηγοριοποίησης και περαιτέρω χειραγώγησης των δικαστικών υπαλλήλων, η παγίδα της αλληλοφαγωμάρας μεταξύ των συναδέλφων, η αποθέωση του ατομισμού και του ανταγωνισμού μεταξύ μας που οδηγεί αναπόφευκτα στην εξάλειψη της αλληλεγγύης.
Ειδικότερα, έχουμε επανειλημμένα δηλώσει ότι δεν είναι δυνατό στην εργασία μας να εφαρμοστούν ποσοτικοποίηση και επιχειρηματικά κριτήρια, καθώς οι Δικαστικοί Υπάλληλοι εργάζονται σε ιδιαίτερα πιεστικές συνθήκες, εκτός ωραρίου και σε μη εργάσιμες ημέρες, τηρούν κατά την εκπλήρωση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων αυστηρά χρονοδιαγράμματα και ανελαστικές προθεσμίες που ορίζει η νομοθεσία.
Από την μελέτη δε της ροής των υποθέσεων των δικαστικών υπηρεσιών προκύπτει ότι τα αντικείμενα όλων των Τμημάτων είναι αλληλένδετα, απολύτως συνδεδεμένα μεταξύ τους,
αποτελούν αλυσίδα και αλληλοεπηρεάζονται, επιβαρύνοντας, αντίστοιχα, όλους τους δικαστικούς υπαλλήλους.
Οι παραπάνω θέσεις μας έχουν εκτεθεί ήδη και αναλυθεί σε δυο συναντήσεις που έγιναν στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, με τη συμμετοχή τόσο εκπροσώπων του Δ.Σ. της ΟΔΥΕ, όσο και εκπροσώπων των υπηρεσιών. Σε αυτές αναφέραμε ότι για όλους τους παραπάνω λόγους θεωρούμε πως πρέπει τα διαθέσιμα κονδύλια να δοθούν ισότιμα σε όλους τους δικαστικούς υπαλλήλους. Δεν αποδεχόμαστε τη λογική του «διαίρει και βασίλευε», ενώ ταυτόχρονα δεν κάνουμε βήμα πίσω από τις δίκαιες διεκδικήσεις του κλάδου μας για αυξήσεις στους μισθούς, επαναθεσμοθέτηση του Επιδόματος Ειδικών Συνθηκών, κάλυψη των χιλιάδων κενών οργανικών θέσεων και καλυτέρευση των συνθηκών εργασίας μας.”