ΔΕΕ Ι Το Δικαστήριο επιβεβαιώνει το κύρος του μεγαλύτερου μέρους της Οδηγίας για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση

Ωστόσο, ακυρώνει τη διάταξη που απαριθμεί τα κριτήρια τα οποία πρέπει υποχρεωτικά να λαμβάνουν υπόψη τα κράτη μέλη με νόμιμους κατώτατους μισθούς όταν καθορίζουν και επικαιροποιούν τους μισθούς αυτούς, καθώς και τον κανόνα που εμποδίζει τη μείωση των νόμιμων κατώτατων μισθών στην περίπτωση αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής τους

Share

Η Δανία προσέφυγε στο Δικαστήριο ζητώντας να ακυρωθεί στο σύνολό της η οδηγία για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ότι η οδηγία παραβιάζει την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, επειδή συνεπάγεται άμεση επέμβαση στους τομείς του καθορισμού των αμοιβών εντός της Ένωσης και του δικαιώματος του συνεταιρίζεσθαι , για τους οποίους αρμόδια
σύμφωνα με τις Συνθήκες είναι τα κράτη μέλη. Το Δικαστήριο δέχεται εν μέρει τα επιχειρήματα της Δανίας.

Εντοπίζει τέτοιας φύσης επέμβαση σε δύο διατάξεις της οδηγίας οι οποίες απευθύνονται στα κράτη μέλη με νόμιμους κατώτατους μισθούς και αφορούν τον καθορισμό ή την επικαιροποίηση των μισθών αυτών. Κατά τ α λοιπά, το Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή της Δανίας και επιβεβαιώνει έτσι το κύρος του μεγαλύτερου μέρους της επίμαχης οδηγίας.

Στις 19 Οκτωβρίου 2022 ο νομοθέτης της Ένωσης, δηλαδή το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλι ο, εξέδωσε την οδηγία για επαρκείς κατώτατους μισθούς στην Ευρωπαϊκή Ένωση 1. Επιδιώκοντας τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας στην Ένωση, η οδηγία θεσπίζει ένα πλαίσιο που αποσκοπεί, ιδίως, στη δι ασφάλιση της επάρκειας των νόμιμων κατώτατων μισθών στα κράτη μέλη στα οποία προβλέπονται τέτοιοι μισθοί και στην
προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών. Η Δανία 2 άσκησε προσφυγή ενώπιον του Δικαστηρίου ζητώντας την ακύρωση της οδηγίας στο σύνολό της 3. Υποστηρίζει ότι η οδηγία δεν λαμβάνει υπόψη την κατανομή των αρμοδιοτήτων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών, επειδή συνεπάγεται άμεση επέμβαση στον καθορισμό των αμοιβών εντός της Ένωσης και στο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι, δηλαδή σε τομείς οι οποίοι, σύμφωνα με τις Συνθήκες 4 , δεν περιλαμβάνονται στις
αρμοδιότητες της Ένωσης.

Το Δικαστήριο κρίνει ότι ο προβλεπόμενος από τις Συνθήκες αποκλεισμός της αρμοδιότητας της Ένωσης όσον αφορά τους δύο αυτούς τομείς δεν περιλαμβάν ει κάθε ζήτημα που σχετίζεται καθ’ οιονδήποτε τρόπο με τις αμοιβές ή με το δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Ομοίως, δεν καλύπτει κάθε μέτρο το οποίο θα μπορούσε να έχει στην πράξη αντίκτυπο ή συνέπειες στο επίπεδο των αμοιβών. Σε αντίθετη περίπτωση, ορισμένες αρμοδιότητες που έχουν ανατεθεί στην Ένωση για την υποστήριξη και τη συμπλήρωση της δράσης των κρατών
μελών στον τομέα των όρων εργασίας 5 θα καθίσταντο άνευ περιεχομένου. Συνεπώς, η αρμοδιότητα της Ένωσης αποκλείεται μόνο σε περίπτωση άμεσης επέμβασης του δικαίου της Ένωσης στον καθορισμό των αμοιβών και στο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι.

Το Δικαστήριο, μετά από εξέταση του σκοπού και του περιεχομένου της οδηγίας, εντοπίζει τέτοιας φύσης επέμβαση μόνο σε δύο συγκεκριμένες περιπτώσεις.

Πρώτον, η Oδηγία επιβάλλει στα κράτη μέλη με νόμιμους κατώτατους μισθούς κριτήρια 6 τα οποία πρέπει να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο των διαδικασιών για τον καθορισμό και την επικαιροποίηση των μισθών αυτών. Με αυτόν τον τρόπο, η οδηγία συνεπάγεται εναρμόνιση όσον αφορά μέρος των στοιχείων που συνιστούν τους νόμιμους κατώτατους μισθούς και, κατά συνέπεια, συνιστά άμεση επέμβαση στον καθορισμό των αμοιβών.

Δεύτερον, το ίδιο ισχύει και για τον κανόνα που εμποδίζει
τη μείωση των νόμιμων κατώτατων μισθών 7, όταν η εθνική νομοθεσία προβλέπει αυτόματο μηχανισμό τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών αυτών. Κατά συνέπεια, το Δικαστήριο ακυρώνει τις ανωτέρω διατάξεις της οδηγίας οι οποίες συνεπάγονται άμεση επέμβαση του δικαίου της Ένωσης στον καθορισμό των αμοιβών και οι οποίες, ως εκ τούτου, δεν εμπίπτουν στις νομοθετικές αρμοδιότητες της Ένωσης. Το Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή της Δανίας κατά τα λοιπά.

Ειδικότερα, το Δικαστήριο κρίνει ότι η Oδηγία δεν συνεπάγεται άμεση επέμβαση του δικαίου της Ένωσης στο δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι. Καταλήγει σε αυτό το συμπέρασμα και όσον αφορά τη διάταξη της οδηγίας σχετικά με την «Προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τον καθορισμό των μισθών», μεταξύ άλλων για τον λόγο ότι η διάταξη αυτή δεν υποχρεώνει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν την προσχώρηση μεγαλύτερου αριθμού εργαζομένων σε συνδικαλιστικές οργανώσεις. Το Δικαστήριο απορρίπτει επίσης τον ισχυρισμό της Δανίας ότι η οδηγία εκδόθηκε με εσφαλμένη νομική βάση

LawJobs

Ροή Ειδήσεων

Δημοφιλή