Το Nero CHAMPAGNE δεν μπορεί να καταχωριστεί ως εμπορικό σήμα της ΕΕ για κρασί που φέρει την προστατευόμενη ονομασία προέλευσης «Champagne»
Το 2019, η ιταλική εταιρεία Nero Lifestyle υπέβαλε στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUIPO) αίτηση καταχώρισης του λεκτικού σήματος NERO CHAMPAGNE. Η αίτηση αυτή αφορά ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες, μεταξύ των οποίων «κρασί που πληροί τις προδιαγραφές της προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης (ΠΟΠ)
«Champagne»».
Το Comité interprofessionnel du vin de Champagne και το Institut national de l’origine et de la qualité αντιτάχθηκαν στην καταχώριση, μεταξύ άλλων, με το σκεπτικό ότι η ΠΟΠ «Champagne» έχει καταχωριστεί από το 1973. Υποστηρίζουν ότι το εμπορικό σήμα NERO CHAMPAGNE ενδέχεται να εκμεταλλευτεί αθέμιτα τη φήμη των προϊόντων ΠΟΠ, η προστασία των οποίων αποσκοπεί ουσιαστικά να διαβεβαιώσει τους καταναλωτές ότι τα προϊόντα αυτά έχουν ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και, ως εκ τούτου, προσφέρουν εγγύηση ποιότητας λόγω της γεωγραφικής τους προέλευσης.
Δεδομένου ότι η ένσταση απορρίφθηκε εν μέρει από το EUIPO, οι επαγγελματικοί φορείς άσκησαν προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει την απόφαση του EUIPO και κάνει δεκτή την ένσταση, μεταξύ άλλων όσον αφορά το «κρασί που πληροί τις προδιαγραφές της [ΠΟΠ] “Champagne”». Κατά συνέπεια, η αίτηση καταχώρισης του εμπορικού σήματος NERO CHAMPAGNE απορρίπτεται.
Το Δικαστήριο επισημαίνει, καταρχάς, ότι το δίκαιο της Ένωσης δεν απαγορεύει να περιλαμβάνει ένα σήμα ΠΟΠ. Ωστόσο, η καταχώρισή του μπορεί να απορριφθεί εάν η ΠΟΠ δεν συμμορφώνεται με τον σχετικό προδιαγραφικό φάκελο, εάν η χρήση της εκμεταλλεύεται
τη φήμη μιας ΠΟΠ ή εάν το σήμα για το οποίο υποβλήθηκε αίτηση μεταδίδει ψευδή ή παραπλανητική ένδειξη ως προς την προέλευση ή την καταγωγή του προϊόντος.
Το Γενικό Δικαστήριο θεωρεί ότι υπάρχει τεκμήριο ότι ένα σήμα που περιέχει μια ΠΟΠ και έχει καταχωριστεί αποκλειστικά για προϊόντα που συμμορφώνονται με τον κανονισμό ποιοτικών προδιαγραφών της εν λόγω ΠΟΠ δεν εκμεταλλεύεται αθέμιτα τη φήμη της εν λόγω ΠΟΠ. Ωστόσο, η τεκμήρια αυτή μπορεί να ανατραπεί όταν αποδεικνύεται ότι ένα σήμα είναι ικανό να εκμεταλλεύεται αθέμιτα τη φήμη μιας ΠΟΠ, ακόμη και αν προσδιορίζει μόνο προϊόντα που συμμορφώνονται με τον ειδικό κανονισμό της εν λόγω ΠΟΠ. Επομένως, όταν υποβάλλονται στο EUIPO αποδεικτικά στοιχεία προς τούτο, το EUIPO πρέπει να τα εξετάσει προκειμένου να διαπιστώσει εάν επιτρέπουν την ανατροπή της τεκμήριας αυτής.
Ως εκ τούτου, πρώτον, το Δικαστήριο κρίνει ότι, παρά τη συνεπή πρακτική του EUIPO προς το σκοπό αυτό, η επιτροπή προσφυγών υπέπεσε σε νομικό σφάλμα όταν έκρινε, κατ’ ουσίαν, ότι η εν λόγω τεκμήριο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Δεύτερον, η επιτροπή προσφυγών του EUIPO παρέβη την υποχρέωσή της να αιτιολογήσει την απόφασή της. Δεν εξήγησε επαρκώς γιατί τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν οι επαγγελματικοί φορείς δεν ήταν ικανά να αντικρούσουν την τεκμήριο.
Τέλος, το Δικαστήριο κρίνει ότι η λέξη «nero» θα μπορούσε να εκληφθεί από τους καταναλωτές ως αναφορά είτε στην ποικιλία σταφυλιού σαμπάνιας είτε στο χρώμα της, με αποτέλεσμα το σήμα για το οποίο υποβλήθηκε αίτηση να μεταδίδει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες.
Το Δικαστήριο επισημαίνει ότι ο όρος αυτός χρησιμοποιείται στην ονομασία πολλών γνωστών ιταλικών ποικιλιών σταφυλιών και ότι πολλές ποικιλίες αμπέλου τον περιλαμβάνουν στην ονομασία τους. Επιπλέον, η λέξη «nero» θα γίνει κατανοητή από το ιταλόφωνο κοινό ως «μαύρο». Ως εκ τούτου, το κοινό θα μπορούσε να σκεφτεί ότι πρόκειται για «μαύρο σαμπάνια», παρόλο που, σύμφωνα με τον κανονισμό της ΠΟΠ, η σαμπάνια μπορεί να είναι μόνο λευκή ή ροζέ.

