Σ.τ.Ε Γ΄ 7μ. 615/2025
Πρόεδρος: Δ. Κυριλλόπουλος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Σ. Παπακωνσταντίνου, Πάρεδρος ΣτΕ
Παραπέμπεται στην Ολομέλεια το ζήτημα εάν η θέσπιση κωλύματος υποβολής υποψηφιότητας και εκλογής για την κατάληψη δημοτικού αξιώματος για όσα πρόσωπα συνδέονται, έμμεσα, με τον οικείο δήμο με σύμβαση ή συμβάσεις ορισμένου οικονομικού αντικειμένου κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους διενέργειας των δημοτικών εκλογών και καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους αυτού, σύμφωνα με την περ. ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021, περιορίζει υπέρμετρα σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος το συνταγματικά κατοχυρωμένο πολιτικό δικαίωμα για εκλογή σε θέσεις οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Σύμφωνα με την κρατήσασα στο Τμήμα γνώμη, η διάταξη της περ. ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021, κατά το μέρος που ορίζει ότι κρίσιμος χρόνος συνδρομής κωλύματος εκλογιμότητας στο πρόσωπο των γενικών διευθυντών, διευθύνοντων συμβούλων, προέδρων και μελών διοικητικών συμβουλίων, διαχειριστών και εταίρων κεφαλαιουχικών εταιρειών, οι οποίες διατηρούν σε ισχύ σύμβαση ή συμβάσεις ορισμένου οικονομικού μεγέθους με τον οικείο δήμο ή τα νομικά του πρόσωπα ή τα νομικά πρόσωπα στα οποία αυτός συμμετέχει, είναι η 1η Ιανουαρίου του έτους διεξαγωγής των δημοτικών εκλογών και οποιοδήποτε χρονικό σημείο μετά την ημερομηνία αυτή εντός του έτους διενέργειας των εκλογών, δεν αντίκειται στη συνταγματική αρχή της αναλογικότητας διότι δεν αναιρεί ούτε περιορίζει υπέρμετρα σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό δημοσίου συμφέροντος το δημόσιο πολιτικό δικαίωμα του εκλέγεσθαι σε θέσεις αιρετών οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης. Και τούτο διότι, ο νομοθέτης καθιστά γνωστή εκ των προτέρων σε όλους τους ενδιαφερόμενους τη συγκεκριμένη ημερομηνία διεξαγωγής των εκλογών (δεύτερη Κυριακή του Οκτωβρίου του πέμπτου έτους της δημοτικής περιόδου), με το δεδομένο δε αυτό η 1η Ιανουαρίου του έτους διενέργειας των εκλογών αποτελεί ένα εύλογο, κατ’ αρχήν, χρονικό σημείο, εγγύς της ημερομηνίας διενέργειας των εκλογών ενόψει του ότι απέχει λιγότερο από δέκα μήνες από τις εκλογές, βάσει του οποίου δύναται είτε ο ενδιαφερόμενος υποψήφιος να προσαρμόσει εγκαίρως τη σχέση του με την εταιρεία, στην οποία μετέχει και η οποία συμβάλλεται με τον οικείο δήμο είτε η ίδια η εταιρεία, στην οποία μετέχει ο ενδιαφερόμενος υποψήφιος, να τερματίσει εγκαίρως τον οποιονδήποτε συμβατικό της δεσμό με τον οικείο δήμο. Εξάλλου, εάν η σύμβαση ή οι συμβάσεις είναι εκκρεμείς κατά την 1η Ιανουαρίου του έτους διεξαγωγής των εκλογών και σε οποιονδήποτε χρόνο εντός του έτους αυτού δημιουργούνται, κατά κοινή πείρα, συνθήκες πρόσφορες για τον επηρεασμό του τοπικού εκλογικού σώματος από τον υποψήφιο, τα οικονομικά συμφέροντα του οποίου διαπλέκονται, έμμεσα, με τα συμφέροντα του δήμου σε χρόνο που δεν απέχει πολύ των εκλογών, με αποτέλεσμα να μην παρέχει το εν λόγω πρόσωπο επαρκή εχέγγυα αποφυγής εκμετάλλευσης του αξιώματός του προς αποκομιδή ιδιωτικού κέρδους. Περαιτέρω, από την αντιπαραβολή των διατάξεων των περ. α΄, ε΄, στ΄ και ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021 συνάγεται σαφώς ότι ο νομοθέτης επέλεξε να καθορίσει ομοιόμορφα και ενιαία ως κρίσιμο χρόνο ολόκληρο το έτος διεξαγωγής των δημοτικών εκλογών για τις περισσότερες περιπτώσεις κωλυμάτων εκλογιμότητας, ανεξαρτήτως εάν αυτά συνάπτονται με την κατοχή ορισμένης ιδιότητας ή την άσκηση καθηκόντων που αντιστοιχούν σε δημόσια θέση ευθύνης ή την ύπαρξη ενεργούς συμβατικής σχέσης με τον οικείο δήμο ορισμένου οικονομικού μεγέθους, καθόσον οι ανωτέρω περιπτώσεις κωλυμάτων κατατείνουν στην εξυπηρέτηση του αυτού επιτακτικού σκοπού δημοσίου συμφέροντος, ήτοι της ελεύθερης διαμόρφωσης του φρονήματος των εκλογέων και της γνήσιας έκφρασης της προτίμησης του εκλογικού σώματος με την αποτροπή άσκησης επηρεασμού από πρόσωπα τα οποία είτε κατέχουν δημόσια θέση στον δήμο όπου υποβάλουν υποψηφιότητα, και μάλιστα θέση ευθύνης ασκώντας δημόσια εξουσία, είτε διατηρούν δεσμούς οικονομικής φύσεως με τον δήμο, καθώς και της διασφάλισης της συμμετοχής στις δημοτικές εκλογές προσώπων που παρέχουν εχέγγυα αμερόληπτης άσκησης των καθηκόντων τους προς εξυπηρέτηση αποκλειστικά και μόνο των συμφερόντων του δήμου για την επιτέλεση της συνταγματικής αποστολής του για επωφελή διοίκηση των τοπικών υποθέσεων.
Μειοψήφησε ο Πρόεδρος του Τμήματος ο οποίος διατύπωσε την ακόλουθη άποψη: Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 22 του κ.ν. 2190/1920 (και ήδη τις διατάξεις των άρθρων 77 και 86 του ισχύοντος από 1.1.2019 ν. 4548/2018), σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 61, 65, 67, 68 και 70 του Αστικού Κώδικα, το διοικητικό συμβούλιο της ανώνυμης εταιρείας είναι το μόνο αρμόδιο όργανο να αποφασίζει για κάθε υπόθεση που αφορά τη διοίκηση της εταιρείας ή τη διαχείριση της περιουσίας της προς πραγμάτωση του εταιρικού σκοπού, ως εκ τούτου, το διοικητικό συμβούλιο είναι το μόνο όργανο που έχει εξουσία να αποφασίζει δεσμευτικά για τα πάσης φύσεως θέματα που αφορούν την έγκυρη κατάρτιση συμβάσεων ορισμένου οικονομικού μεγέθους με τους οικείους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και την εκπλήρωση των ανειλημμένων με τις συμβάσεις αυτές υποχρεώσεων της εταιρείας έναντι των αντισυμβαλλόμενων δήμων. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις της περ. ζ΄ της παρ. 2 του άρθρου 10 του ν. 4804/2021, με τις οποίες θεσπίζεται κώλυμα εκλογιμότητας στο πρόσωπο των γενικών διευθυντών, διευθύνοντων συμβούλων, διαχειριστών, μετόχων και εταίρων, στην περίπτωση που οι τελευταίοι δεν κατέχουν την πλειοψηφία των μετοχών του συνολικού κεφαλαίου ανωνύμων εταιρειών, οι οποίες διατηρούν σε ισχύ σύμβαση ή συμβάσεις ορισμένου οικονομικού μεγέθους με τους οικείους δήμους ή τα νομικά του πρόσωπα ή τα νομικά πρόσωπα στα οποία αυτός συμμετέχει, θεσπίζουν περιορισμό ο οποίος παραβιάζει το κατοχυρούμενο από το Σύνταγμα δικαίωμα του εκλέγεσθαι στις δημοτικές εκλογές. Τούτο δε διότι, με τις διατάξεις αυτές εξαρτάται η συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές προσώπων, στην περίπτωση που αυτά δεν κατέχουν την πλειοψηφία του μετοχικού κεφαλαίου της ανώνυμης εταιρείας και, συνεπώς, δεν έχουν την εξουσία να επιβάλλουν τη λήψη των αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου της εταιρείας, από αποφάσεις που ανήκουν εξ ολοκλήρου στη σφαίρα εξουσίας του διοικητικού συμβουλίου και αφορούν τον χρόνο κατάρτισης συμβάσεων μεταξύ του νομικού προσώπου της εταιρείας και του οικείου δήμου και, κυρίως, τον χρόνο ολοκλήρωσης της εκτέλεσης εκκρεμών συμβάσεων, που συνάπτεται με την εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων αναληφθεισών από το διοικητικό συμβούλιο της εταιρείας επ’ ονόματι και για λογαριασμό του νομικού προσώπου της εταιρείας.