Σ.τ.Ε. Γ΄ 7μ. 1086/2025: Δημοτικές εκλογές Ι Έλεγχος εάν με το Α76 του ν. 4804/2021 καθιερώνεται ως απρόθεσμη η ένσταση

Περίπτωση συνδρομής στο πρόσωπο εκλεγέντος προϋφιστάμενου της ανακήρυξης της υποψηφιότητάς του κωλύματος εκλογιμότητας. Παραπομπή στην Ολομέλεια.

Share

Σ.τ.Ε Γ΄ 7μ. 1086/2025
Πρόεδρος: Δ. Κυριλλόπουλος, Αντιπρόεδρος ΣτΕ
Εισηγητής: Σ. Παπακωνσταντίνου, Πάρεδρος ΣτΕ

Δημοτικές εκλογές. Παραπέμπεται στην Ολομέλεια το ζήτημα εάν με την εξαιρετική διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 248 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ήδη ισχύει, χορηγείται το δικαίωμα σε νομιμοποιούμενο προς τούτο πρόσωπο να ασκήσει ένσταση για την ακύρωση της απόφασης εκλογής δημοτικού άρχοντα και την έκπτωσή του από το δημοτικό αξίωμα σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο εντός της πενταετούς δημοτικής περιόδου στην περίπτωση που προβάλλεται ότι στο πρόσωπο του εκλεγέντος συνέτρεχε ήδη πριν από την ανακήρυξη της υποψηφιότητάς του κώλυμα εκλογιμότητας.

Σύμφωνα με την κρατήσασα στο Τμήμα γνώμη, η θεσπισθείσα με την εξαιρετική διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 248 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ήδη ισχύει, ρύθμιση, ερμηνευόμενη υπό το πρίσμα αφενός μεν του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος του εκλεγέντος δημάρχου ή δημοτικού συμβούλου προς κτήση, διατήρηση και άσκηση του αξιώματός του καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του αφετέρου δε του δημοσίου συμφέροντος σκοπού για ταχεία και κατά το δυνατόν επίκαιρη επίλυση τυχόν αμφισβητήσεων ως προς τη νομιμότητα της εκλογής των δημοτικών αρχόντων δεν έχει την έννοια ότι ο νομοθέτης χορηγεί το δικαίωμα σε οποιονδήποτε εκλογέα δημότη να ασκήσει ένσταση σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο, κατά το δοκούν, εντός της πενταετούς δημοτικής περιόδου και να αμφισβητήσει τη νομιμότητα της εκλογής συγκεκριμένου δημοτικού άρχοντα, ισχυριζόμενος ότι περιήλθε, με κάποιον τρόπο, σε γνώση του ότι ήδη πριν από την ανακήρυξη του προσώπου αυτού ως υποψηφίου και ως εκλεγέντος υφίστατο λόγος που καθιδρύει κατά τον νόμο κώλυμα εκλογιμότητας. Αντιθέτως, η ανωτέρω διάταξη έχει την έννοια ότι, ειδικώς στην περίπτωση που κατέχει το αξίωμα του δημοτικού άρχοντα πρόσωπο, στο οποίο συντρέχει κώλυμα εκλογιμότητας που προϋπήρχε της έναρξης της εκλογικής διαδικασίας και, άρα, η ύπαρξη του οποίου εμπόδιζε όχι μόνο την εκλογή του αλλά και αυτή καθαυτήν την ανακήρυξή του ως υποψηφίου και την κατ’ αρχήν συμμετοχή του στις εκλογές με την ιδιότητα του υποψηφίου, ο νομοθέτης επιτρέπει την άσκηση ένστασης από νομιμοποιούμενο προς τούτο πρόσωπο και πέραν της εξαιρετικά σύντομης επταήμερης προθεσμίας της παρ. 1 του ίδιου άρθρου 248.

Περαιτέρω, εφόσον ο νομοθέτης δεν προσδιόρισε ρητώς, στο αυτό άρθρο 248, τη συγκεκριμένη, πέραν της επταήμερης, αποκλειστική προθεσμία για την άσκηση του διαπλαστικού ένδικου βοηθήματος της ένστασης σε περίπτωση προυφιστάμενου της εκλογής κωλύματος εκλογιμότητας εφαρμοστέα είναι, κατά την αληθινή βούληση του νομοθέτη, όπως αυτή αποτυπώνεται στο άρθρο 266 του ίδιου Κώδικα, η γενική εξηκονθήμερη προθεσμία του άρθρου 66 παρ. 1 περ. Α΄ υποπερ. β΄ του Κώδικα για την άσκηση του ένδικου βοηθήματος της προσφυγής κατά ρητής διοικητικής πράξης από τρίτους, που αρχίζει από τη λήξη του χρόνου ανάρτησης της προσβαλλόμενης απόφασης του πολυμελούς (πολιτικού) δικαστηρίου, η οποία (ανάρτηση) δημιουργεί τεκμήριο γνώσης του περιεχομένου της για κάθε ενδιαφερόμενο τρίτο.

Η προθεσμία αυτή παρίσταται επαρκής, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ώστε να εξασφαλίζεται στους ενιστάμενους η δυνατότητα να προβούν, επιδεικνύοντας τη δέουσα επιμέλεια ως εκ του εύλογου ενδιαφέροντός τους για την εγκυρότητα της εκλογικής διαδικασίας, στις αναγκαίες ενέργειες, ώστε να περιέλθει σε πλήρη γνώση τους τυχόν προϋπάρχον της εκλογής καθήκον ή έργο που αποτελούν κώλυμα για τη θέση υποψηφιότητας για την κατάληψη δημοτικού αξιώματος.

Μειοψήφησαν δύο μέλη της συνθέσεως του Τμήματος τα οποία διατύπωσαν την εξής άποψη: Από την ιστορία και τον σκοπό της εξαιρετικής διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 248 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ήδη ισχύει, προκύπτει αναμφίβολα ότι ο νομοθέτης αντιλαμβάνεται ως απρόθεσμη την ένσταση στην περίπτωση συνδρομής στο πρόσωπο δημοτικού άρχοντα προϋφιστάμενου της εκλογής κωλύματος εκλογιμότητας. Ωστόσο, η χορηγούμενη από τον νομοθέτη δυνατότητα σε ευρύτατο κύκλο ενδιαφερομένων να επιδιώξουν με το διαπλαστικό ένδικο βοήθημα της ένστασης την ακύρωση της απόφασης επικύρωσης της εκλογής δημοτικού άρχοντα και την έκπτωσή του από το σχετικό αξίωμα, σε οποιοδήποτε τυχαίο, αβέβαιο και αδύνατον να αποδειχθεί με συγκεκριμένα στοιχεία χρονικό σημείο εντός της πενταετούς δημοτικής περιόδου ισχυριστούν ότι υπέπεσε στην αντίληψή τους η ιδιότητα, το καθήκον ή η συμβατική σχέση που προϋπήρχαν της εκλογής του δημοτικού άρχοντα και θεμελιώνουν κατά τον νόμο κώλυμα για την κατ’ αρχήν υποψηφιότητά του, διαρρηγνύει και υπονομεύει σε μεγάλο βαθμό την πρωταρχική για τις εκλογικές διαφορές αρχή της ταχείας και επίκαιρης διαμόρφωσης των οριστικού εκλογικού αποτελέσματος σε κάθε οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού, όπως αυτή αποτυπώνεται στο θεσπισθέν με τις διατάξεις των άρθρων 244 έως 265 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας πλήρες και συνεκτικό πλέγμα δικονομικών κανόνων που εξασφαλίζουν την μη παρακώλυση της προόδου της εκλογικής δίκης. Εξάλλου, με τον τρόπο αυτόν, ο νομοθέτης καταστρατηγεί κατ’ ουσίαν την υπαγορευόμενη από την ασφάλεια δικαίου και την ανάγκη οριστικοποίησης των έννομων καταστάσεων που δημιουργούνται από τις τεκμαιρόμενες κατ’ αρχήν ως νόμιμες διοικητικές πράξεις υποχρέωση (εύλογης) χρονικής οριοθέτησης του δικονομικού δικαιώματος κάθε τρίτου προσώπου προς άσκηση ενός διαπλαστικού χαρακτήρα ένδικου βοηθήματος. Επιπλέον, ειδικά στην περίπτωση των δημοτικών εκλογών, δημιουργεί εν τοις πράγμασι συνθήκες αντικειμενικά πρόσφορες ώστε το δικαίωμα της άσκησης της ένστασης, καθώς και το χρονικό σημείο κατάθεσής της, να περιπέσουν σε αντικείμενο πιέσεων, διαπραγματεύσεων και σκοπιμοτήτων καθ’ όλη τη διάρκεια της δημοτικής περιόδου, με ορατό τον κίνδυνο παρεμπόδισης της ομαλής και απρόσκοπτης διαδικασίας προγραμματισμού και υλοποίησης των δραστηριοτήτων των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου βαθμού εντός των χρονικών ορίων της δημοτικής περιόδου, εξαιτίας των πιθανών συχνών μεταβολών, με αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων, των προσώπων που κατέχουν δημοτικά αξιώματα. Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι επιβάλλεται η άσκηση της ένστασης που αφορά προϋφιστάμενο της εκλογής κώλυμα εκλογιμότητας στο πρόσωπο εκλεγέντος δημοτικού άρχοντα να υπόκειται, πάντως, σε προθεσμία προβλεπόμενη με σαφείς και μη επιδεχόμενες αμφισβήτησης νομοθετικές διατάξεις. Με τα δεδομένα αυτά, η επίμαχη ρύθμιση της παρ. 4 του άρθρου 248 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, έχουσα το ανωτέρω περιεχόμενο, αντίκειται στη συνταγματική αρχή της ασφάλειας δικαίου και στην αρχή της σταθερότητας των διοικητικών καταστάσεων. Εναπόκειται δε, πλέον, στον ίδιο τον κοινό νομοθέτη να προβλέψει εκ των προτέρων και κατά τρόπο σαφή την αφετηρία και την (επαρκή) διάρκεια της προθεσμίας άσκησης της εκλογικής ένστασης και στην περίπτωση συνδρομής στο πρόσωπο εκλεγέντος δημοτικού άρχοντα κωλύματος εκλογιμότητας που υφίστατο πριν από την έναρξη της εκλογικής διαδικασίας, λαμβάνοντας ιδιαίτερη μέριμνα για τη θεσμοθέτηση ενός σταθερού, βέβαιου και ασφαλούς χρονικού σημείου έναρξης υπολογισμού της προθεσμίας αυτής, μη συναρτωμένου με αβέβαια περιστατικά.

LawJobs

Ροή Ειδήσεων

Δημοφιλή