Χαιρετισμός του Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων,
κ. Χριστόφορου Σεβαστίδη
“Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων σας υποδέχεται με μεγάλη χαρά στο επιστημονικό συνέδριο που διοργανώνει κάθε χρόνο τέτοια εποχή, υλοποιώντας έναν από τους βασικούς καταστατικούς της σκοπούς που είναι η προώθηση της νομικής επιστήμης. Το καλοκαίρι ψηφίστηκε ο ν. 5221/2025 ο οποίος προχώρησε σε ριζικές αλλαγές του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Αυτές οι νομοθετικές μεταβολές θα αποτελέσουν και την θεματική του συνεδρίου μας. Σε άλλες έννομες τάξεις όμοιες βαθιές θεσμικές αλλαγές λαμβάνουν έναν εξαιρετικό χαρακτήρα, προϋποθέτουν πολιτικές συναινέσεις και διαβουλεύσεις πολυετείς με την επιστημονική κοινότητα. Στον τόπο μας οι διαρκείς και συνεχείς τροποποιήσεις βασικών κωδίκων εδώ και μία δεκαετία επιφέρουν νομική αβεβαιότητα και ανασφάλεια, λειτουργώντας αντίρροπα με τον διακηρυγμένο στόχο της διοίκησης που είναι η σταθερότητα και η ασφάλεια δικαίου.
Η Ένωσή μας κατά την διάρκεια της επεξεργασίας του νόμου στην επιτροπή που όρισε το Υπουργείο Δικαιοσύνης, εξέφρασε μέσω του εκπροσώπου της, την αντίθεσή της σε συγκεκριμένες διατάξεις. Τις θέσεις μας επαναλάβαμε σε συναντήσεις με την ηγεσία του Υπουργείου. Προσφύγαμε στην Ευρωπαϊκή Ένωση Δικαστών, προχωρήσαμε σε συμβολικές διακοπές συνεδριάσεων στα δικαστήρια, πραγματοποιήσαμε ηλεκτρονική ψηφοφορία μεταξύ όλων των μελών μας και καταφέραμε τελικά να άρουμε διατάξεις που θα επηρέαζαν την ποιότητα του παραγόμενου δικαιοδοτικού έργου. Ως σημαντική θετική κατάκτηση καταγράφεται το άρθρο 150 του νόμου επιφέροντας αλλαγή στο άρθρο 19 του ΚΟΔΚΔΛ και εισάγοντας για πρώτη φορά ανώτατο ετήσιο όριο κατά κεφαλήν χρέωσης ενός δικαστή, τις 150 δικογραφίες για το Πρωτοδικείο και τις 70 για το Εφετείο. Πετύχαμε έτσι να καθοριστούν νομοθετικά τα πλαίσια που επιβάλουν όχι οι ιδιοτροπίες οι δικές μας αλλά οι ανθρώπινες αντοχές και να χωρέσουμε μέσα σ αυτές την απαίτηση της κοινωνίας για ποιοτικές δικαστικές αποφάσεις.
Κύρια επιδίωξη του νομοθέτη είναι η επιτάχυνση του ρυθμού απονομής της πολιτικής δικαιοσύνης. Στόχος διαχρονικός, πρόβλημα διαπιστωμένο από κάθε πολίτη της χώρας που έτυχε να προσφύγει στα δικαστήρια. Οι νομοθετικές αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας είναι ικανές να φέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα; Οι αλλαγές και συντμήσεις των προθεσμιών, η εντατικοποίηση της εργασίας των δικαστικών λειτουργών, η πειθαρχικοποίηση της υπηρεσιακής ζωής τους, πετυχαίνουν τον στόχο; Η μέχρι σήμερα εμπειρία έδειξε ότι οι σύντομες προθεσμίες είτε προσδιορισμού των υποθέσεων είτε έκδοσης των αποφάσεων, μένουν στα χαρτιά, όταν δεν συντρέχουν οι υλικές προϋποθέσεις εφαρμογής τους, όταν το κλάσμα με αριθμητή το σύνολο δικαστών – γραμματέων και παρονομαστή το πλήθος των υποθέσεων, μένει το ίδιο. Δεν μπορεί να γίνει λόγος για επιτάχυνση, εάν η πολιτεία δεν αποφασίσει και να αυξήσει τον αριθμό των δικαστών και γραμματέων και να θεσμοθετήσει τη δικαστική μεσολάβηση ως έναν τρόπο εξωδικαστικής επίλυσης των διαφορών και αποσυμφόρησης του τεράστιου αριθμού υποθέσεων που εισάγονται κάθε χρόνο στα δικαστήρια.
Η ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας θα επιταχύνει τον ρυθμό έκδοσης οριστικών αποφάσεων. Θα δημιουργήσει ωστόσο το φαινόμενο υπέρμετρης καθυστέρησης στην έκδοση τελεσίδικης απόφασης εάν δεν ενισχυθούν αναλογικά σε οργανικές θέσεις και τα Εφετεία. Οι 50 θέσεις που δόθηκαν σε πρώτη φάση το καλοκαίρι χαιρετίστηκαν από την Ένωση ως θετικό μέτρο, αναμένουμε ωστόσο την υλοποίηση της δέσμευσης του Υπουργείου για επιπλέον 55 θέσεις που αιτήθηκε η Ένωσή μας. Παραδώσαμε πριν λίγες ημέρες στο Υπουργείο την ολοκληρωμένη πρότασή μας για τον τρόπο που μπορεί να λειτουργήσει η δικαστική μεσολάβηση ώστε να είναι αποδοτική, αξιόπιστη και ανέξοδη για τον πολίτη. Να παρέχει την διασφάλιση πως μια νομική διαφορά επιλύεται από δικαστικό λειτουργό ο οποίος διαθέτει και ανεξαρτησία και εμπειρία. Τα 6 χρόνια λειτουργίας της ιδιωτικής διαμεσολάβησης ως μοναδικό υποχρεωτικό προστάδιο των ιδιωτικών διαφορών, που επιβαρύνουν οικονομικά τους διαδίκους και πλουτίζουν τις ιδιωτικές εταιρίες, ανέδειξαν την παταγώδη αποτυχία της απόπειρας. Η πολιτεία επανειλημμένα έκλεισε τ αυτιά της στις προειδοποιήσεις μας και στα επιχειρήματά μας που ήταν νομοτελειακό να δικαιωθούν στην πράξη. Θεωρούμε αντίθετα πως η ενίσχυση της δικαστικής μεσολάβησης θα δώσει σύντομα ουσιαστικές λύσεις και θα έχει θετικά αποτελέσματα.
Η επιδίωξη να επιλύσουμε ζητήματα που αφορούν την ταχύτητα στους ρυθμούς έκδοσης αποφάσεων, προϋποθέτει μια Δικαιοσύνη που σε όλα τα υπόλοιπα επίπεδα λειτουργεί ικανοποιητικά. Και κυρίως έχει συμφωνήσει σε ένα πλαίσιο τήρησης αυτονόητων κανόνων σεβασμού από τους παράγοντες της δίκης. Οι αρμονικές σχέσεις μας με τους δικηγόρους ήταν επιδίωξή μας όχι από λόγους κοινωνικής αβρότητας αλλά απρόσκοπτης λειτουργίας του θεσμού που υπηρετούμε. Τα φαινόμενα δικηγόρων, που επιδιώκοντας δημοσιότητα και προβολή, ή ακόμα και απόπειρα άσκησης πίεσης προς όφελος του πελάτη τους, δεν διστάζουν να αξιοποιούν κάθε είδους συκοφαντία και χυδαιότητα σε βάρος δικαστικών λειτουργών, ακόμα και κατά τη διάρκεια μιας ακροαματικής διαδικασίας, έχουν αυξηθεί με γεωμετρική πρόοδο τους τελευταίους μήνες. Το γεγονός ότι αρχίζουμε ως νομικοί όχι μόνο να συνηθίζουμε αλλά και να δικαιολογούμε τέτοιες απαράδεκτες συμπεριφορές, οι οποίες δεν έχουν καμία σχέση με την απόλυτα θεμιτή άσκηση κριτικής, είτε με την δικαιολογία πως πρόκειται για μεμονωμένα περιστατικά είτε διότι τάχα εντάσσονται στο υπερασπιστικό δικαίωμα, είναι μία από τις πολλές αιτίες υπονόμευσης της αξιοπιστίας της δικαιοσύνης στον λαό. Η άσκηση κριτικής ακόμα και στα ακραία όριά της δεν ταυτίζεται με τη συκοφαντία, τη λάσπη, τη χυδαιότητα. Αυτή η διάκριση που είναι κατανοητή όχι μόνο από έναν νομικό αλλά και από τον απλό πολίτη, έχει ξεθωριάσει στη σκέψη του προέδρου και ορισμένων υποψηφίων προέδρων του ΔΣΑ λίγες μέρες πριν τις αρχαιρεσίες στον σύλλογό τους. Είναι αλήθεια πως η μεγάλη πλειοψηφία των υποψηφίων αντιστάθηκε στην πίεση που μεθοδευμένα ασκήθηκε από ορισμένους. Τους καλούμε να μην παρασύρονται από την συγκυρία ούτε να τοποθετούν τη συναδελφική αλληλεγγύη πάνω από την υπεράσπιση του κύρους της Δικαιοσύνης. Ο σεβασμός μιας δικαστικής απόφασης προϋποθέτει τον σεβασμό της προσωπικότητας του δικαστή που την εκδίδει. Εάν δεν αναγνωρίσουμε την έκταση που έχει λάβει το φαινόμενο, εάν αρνούνται να αναλάβουν οι ίδιοι οι Δικηγορικοί Σύλλογοι την ενασχόλησή τους με βαριά πειθαρχικά αδικήματα που τελούν τα μέλη τους και αποδέχονται την χορήγηση μιας ιδιότυπης ασυλίας στα πλαίσια της μεταξύ τους αλληλεγγύης, εάν ο τυφλός αντιδικαστικός βερμπαλισμός θεωρείται για κάποιους διαβατήριο για μία θέση στα ΔΣ των δικηγορικών συλλόγων, τότε η ευθύνη για τον έλεγχο ακραίων και αντιθεσμικών συμπεριφορών δικηγόρων, θα πρέπει να περάσει στη δωσιδικία δικαστικών οργάνων. Υπονομεύουν οι ίδιοι οι δικηγόροι έτσι το μοναδικό πλεονέκτημα της αυτοοργάνωσης, τον ειδικό ρόλο που τους έχει ανατεθεί από τον νομοθέτη: να κρίνουν οι ίδιοι τα πειθαρχικά παραπτώματα των μελών τους. Η κοινωνία απαιτεί πλέον να μιλάμε ξεκάθαρα, ανοιχτά, ειλικρινά. Αν δεν έχουμε το θάρρος να το κάνουμε θα είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι της διάψευσης των προσδοκιών του λαού για μια δικαιοσύνη περισσότερο λειτουργική από αυτήν που έχουμε σήμερα. Η πολιτεία δεν μπορεί να μένει αμέτοχος θεατής, ουδέτερος παρατηρητής της κατάστασης για την οποία εμείς έγκαιρα ενημερώσαμε αλλά επιβάλλεται να προχωρήσει άμεσα στη λήψη μέτρων ανάλογων με όσα ισχύουν σε άλλα κράτη.
Θα ήθελα κλείνοντας να εκφράσω την απόλυτη ικανοποίηση μας για την τόσο μαζική συμμετοχή του νομικού κόσμου στο συνέδριό μας. Δυστυχώς η αίθουσα αν και αρκετά μεγάλη δεν μπόρεσε να καλύψει τον ακόμα μεγαλύτερο αριθμό των αιτήσεων συμμετοχής. Θα υπάρχει ωστόσο η δυνατότητα παρακολούθησης των εισηγήσεων από την ερχόμενη εβδομάδα μέσα από το κανάλι της Ένωσης. Η αθρόα προσέλευση δικαιολογείται κυρίως από το επιστημονικό κύρος των εισηγητών και των προέδρων των δύο ενοτήτων τους οποίους ευχαριστώ θερμά για την άμεση ανταπόκριση στο κάλεσμά μας.
Καλή επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου μας.”


